9/5/11

Μαρτυρίες και Μάρτυρες (Α' Μέρος)




"Πού είναι η μάνα σου μωρή;" της Πέτρουλα Δήμητρας

Πρόκειται για ένα συγκλονιστικό αφήγημα, μία προσωπική μαρτυρία ενός κοριτσιού που το Γενάρη του 1946 με τα αθώα ματάκια ενός παιδιού γίνεται αυτόπτης μάρτυρας του ξεκληρίσματος της οικογένειας της , του ξεριζώματος του γενεαλογικού δέντρου της από τους Χίτες. Για δύο μερόνυχτα ζει και περιπλανιέται ανάμεσα στα πτώματα των δικών της ανθρώπων. Από εκεί και πέρα, όλη της η ζωή θα είναι μια περιπλάνηση κάτω από αντίξοες συνθήκες.  Συγχρόνως με αυτήν την περιπλάνηση της αφηγήτριας , ο αναγνώστης παρακολουθεί την καταδίωξη και την  περιφρόνηση των ΕΛΑΣιτών και των κομμουνιστών από την ελληνική κοινωνία. Εκείνη την εποχή , κάτω από συνθήκες φριχτής κρατικής και παρακρατικής τρομοκρατίας , αν θέλει ο Έλληνας να επιβιώσεις, είναι υποχρεωμένος να αποσιωπήσει την αλήθεια...να απαρνηθεί τη δικαιοσύνη, χωρίς να αγνοείς ότι η σιωπή είναι συνενοχή.

Θα ήταν καλό να επισημανθεί ότι δεν πρόκειται για ένα απλό αφήγημα, αλλά για μια κατάθεση ψυχής, ένα εσωτερικό μονόλογο με συνειρμούς και εκ βάθους ψυχής έκφρασης έντονων συναισθημάτων, γεγονός που δε μπορεί να αφήσει ασυγκίνητο ή αμέτοχο τον αναγνώστη.  Με αυτήν την κατάθεση ψυχής ,λοιπόν,  η αφηγήτρια φαίνεται να αυτοθεραπεύεται σταδιακά από το βαθύ τραύμα ως αποτέλεσμα του εκλυτικού γεγονότος της απώλειας κάθε αγαπημένου προσώπου της, αλλά και της βάρβαρης συμπεριφοράς, της ωμής βίας που υφίσταται από το κοινωνικό περιβάλλον της. Στην αρχή,  η αφήγηση δεν είναι γραμμική και χαρακτηρίζεται από έντονες παύσεις (με μορφή σκέψεων και σχολίων της αφηγήτριας,καθώς και παρεκβάσεων). Η αναδρομική και πρόδρομη αφήγηση εναλλάσσονται, διατηρώντας το έντονο ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού ως το τέλος.  Ωστόσο, καθώς ενηλικιώνεται η Μπεμπέκα, τόσο η σκέψη της φαίνεται περισσότερο συγκροτημένη , γεγονός που αντανακλάται στην ποιητική τέχνη της.

Τέλος, Το αφήγημα "Πού είναι η μάνα σου, μωρή;" αποτελεί μια συναισθηματικά φορτισμένη , προσωπική μαρτυρία, αλλά συγχρόνως και ένα ιστορικό ντοκουμέντο με αληθινά γεγονότα και υπαρκτά ονόματα, χωρίς να σημαίνει ότι οι στιχομυθίες δεν έχουν υποστεί λογοτεχνική και όχι μόνο, επεξεργασία. Όπως σε μια αρχαία τραγωδία ,  έτσι και σε αυτήν την προσωπική τραγωδία, τα συναισθήματα σταδιακά κορυφώνονται ώσπου στο τέλος επέρχεται η κάθαρση της ψυχής, καθώς μετά από πολλά χρόνια επιστρέφει στο γενέθλιο τόπο της. 


Αποσπάσματα:

"Πού 'ναι η μάνα σου μωρή; ...Κάποιος μιλούσε ; ο Παυλιτίνας;..."Αφήστε το, το κακόμοιρο το μωρό , ακόμα βυζαίνει". Απέναντι μου ακριβώς η τρύπα ενός πιστολιού..."Κι αυτή σπέρμα του Σωτήρη είναι.".

"Ο πατέρας μου ήταν αρχηγός του λόχου του ΕΛΑΣ που φύλαγε ταγματασφαλίτες. Στην Ελλάδα ήταν ακόμα Γερμανοί. Κι ο ΕΛΑΣ , όπως είναι γνωστό, αλλά -επιτηδες- ξεχασμένο , πολέμαγε τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους, τους ταγματασφαλίτες."





"Εξόριστες(Χίος, Τρικέρι, Μακρονήσι) της Μαριγούλας Μαστρολέων-Ζέβρα

Δεν είναι απλώς ένα αυτοβιογραφικό διήγημα ή  μια κοινή προσωπική μαρτυρία, αλλά μια παρακαταθήκη αναμνήσεων για όλους εμάς τους απογόνους της σύγχρονης τραγωδίας, αυτής του Εμφυλίου Πολέμου, ένα ιστορικό ντοκουμέντο για όλα τα βασανιστήρια που έχουν υποστεί όσοι και όσες αρνήθηκαν να υπογράψουν τις δηλώσεις μετάνοιας/νομιμοφροσύνης.

Η αφηγήτρια/συγγραφέας καταφέρνει με τρόπο γλαφυρό όχι μόνο να περιγράψει όλες τις αντίξοες συνθήκες κάτω από τις οποίες κλήθηκαν να επιβιώσουν,αλλά και τις χαρές και τις λύπες που μοιράστηκαν όλες μαζί και το έντονο αίσθημα αλληλεγγύης φυσικά. Για χρόνια ολόκληρα, σε διαφορετικούς τόπους εξορίας, σε συνθήκες εξαθλίωσης, αυτές οι γυναίκες κατορθώνουν να επιζήσουν και να την κάνουν μάλιστα υποφερτή. Πώς; Κάθε αγγαρεία τη γιορτάζουν, η μουσική τους απαλύνει τον πόνο και τις ενώνει, καθώς και με τα μαθήματα ελληνικών που παραδίδονται από εγγράμματες και μορφωμένες γυναίκες στις αναλφάβητες. Η συνεργασία , η αυτοργάνωση, η αλληλεγγύη είναι τα όπλα τους για να καταφέρουν να βγουν σχεδόν ψυχικά αλώβητες και νικήτριες σε αυτή τη μάχη ζωής και θανάτου. Τέλος, Η φωτογραφική μηχανή της  Μαριγώ απαθανατίζει όλες αυτές τις καίριες στιγμές της ζωής τους που ούτως ή άλλως θα έμεναν ανεξίτηλες στη μνήμη τους. 

Συνοψίζοντας, η Μαριγώ Μαστρολέων-Ζέρβα , μια αληθινή κομουνίστρια , λαϊκή γυναίκα, προερχόμενη από την εργατική τάξη κληροδοτεί σε όλους μας μια σημαντική μαρτυρία για το μεγαλείο της γυναικείας ψυχής που δε λυγίζει καθόλου εύκολα, καθώς επίσης για την σπουδαία δυναμική της συλλογικής συνείδησης και δράσης.  Με πολύ χιούμορ και αυτοσαρκασμό , η Μαριγώ αποκαλύπτει όλην την αλήθεια για εκείνα τα μελανά χρόνια της ελληνικής ιστορίας. Ο αναγνώστης δε κουράζεται καθόλου από την αφήγηση, αλλά έχει την αίσθηση ότι η γιαγιά τού αφηγείται τις νεανικές περιπέτειες της. Με αυτόν τον τρόπο, το διήγημα αυτό συνδυάζει αυτό τέχνη ,διδαχή και ψυχαγωγία.

Αποσπάσματα:
"Μετά το συσσίτιο και το πλύσιμο πιάτων, πήραν θέση οι εκτός θιάσου της σκηνής και σε λίγο αρχίζει να παίζεται το θέατρο, Άρχισαν ν'ακούγονται γέλια γύρω από τις σκηνές και σιγά-σιγά άρχισαν να μαζεύονται." 

"Πολλές μέρες πέρασαν για να μπορέσουμε να κοιμηθούμε. Πάντα το βράδυ περιμέναμε τους αλφαμίτες. Έβλεπες νέους και τους λυπόσουν, όπως τους είχαν καταντήσει. Χασισοπότες και ναρκομανείς. Μόνο έτσι, σε αυτήν την κατάσταση, έκαναν τη δουλειά τους."

1 σχόλιο:

  1. Πραγματικά ενδιαφέρουσα ανάρτηση για άλλη μια φορά! περιμένω να δω πού αλλού θα σε οδηγήσουν τα μονοπάτια της έμπνευσης... :-)

    ΑπάντησηΔιαγραφή