5/12/11

Η 'Πρέβεζα' του Κώστα Καρυωτάκη σε ερμηνεία Βασίλη Παπακωνσταντίνου

Δύο διαπιστώσεις με οδήγησαν σε αυτή τη δημοσίευση: το μεγαλείο της ποίησης του Κώστα Καρυωτάκη και η μοναδικότητα της φωνής του Βασίλη Παπακωνσταντίνου.


ΠΡΕΒΕΖΑ 

Θάνατος είναι οι κάργες που χτυπιούνται 
στους μαύρους τοίχους και τα κεραμύδια, 
θάνατος οι γυναίκες, που αγαπιούνται 
καθώς να καθαρίζουνε κρεμμύδια. 

Θάνατος οι λεροί, ασήμαντοι δρόμοι 
με τα λαμπρά, μεγάλα ονόματά τους, 
ο ελαιώνας, γύρω η θάλασσα, κι ακόμη 
ο ήλιος, θάνατος μες στους θανάτους. 

Θάνατος ο αστυνόμος που διπλώνει 
για να ζυγίση μια "ελλειπή" μερίδα, 
θάνατος τα ζουμπούλια στο μπαλκόνι, 
κι ο δάσκαλος με την εφημερίδα. 

Βάσις, Φρουρά, Εξηκονταρχία Πρεβέζης. 
Την Κυριακή θ' ακούσουμε την μπάντα. 
Επήρα ένα βιβλιάριο Τραπέζης 
πρώτη κατάθεσις δραχμαί τριάντα. 

Περπατώντας αργά στην προκυμαία, 
"Υπάρχω;" λες, κ' ύστερα "δεν υπάρχεις!" 
Φτάνει το πλοίο. Υψωμένη σημαία. 
Ισως έρχεται ο Κύριος Νομάρχης. 

Αν τουλάχιστον, μέσα στους ανθρώπους 
αυτούς, ένας επέθαινε από αηδία... 
Σιωπηλοί, θλιμμένοι, με σεμνούς τρόπους, 
θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία.

Μερικές ενδιαφέρουσες σκέψεις για το ποίημα εδώ.

24/11/11

Συνδυασμός γραφής, φωτογραφίας και μουσικής σε δωρεάν ebook!

“Ματριόσκα”: Νέα συλλογή διηγημάτων, φωτογραφίας και μουσικής από τις Βορειοδυτικές Εκδόσεις με ελεύθερη διανομή στο διαδίκτυο




Το πολυσυλλεκτικό έργο Ματριόσκα (διηγήματα, φωτογραφία, μουσική) του Ελ Ρόι κυκλοφορεί από τις Βορειοδυτικές εκδόσεις (http://voreiodytikes.blogspot.com) με την υποστήριξη της δισκογραφικής εταιρείας Antelma Music.
Ματριόσκα είναι η παραδοσιακή, ξύλινη ρωσική κούκλα μέσα στην κούκλα. Καθώς τα κομμάτια της ανοίγουν, με κάθε μικρότερη μορφή που εμφανίζεται αποκαλύπτονται όλο και σκοτεινότερα μυστικά.
Ταυτόχρονα, Ματριόσκα είναι ένα συνεργατικό έργο δεκατριών ανθρώπων που ποτέ δεν συναντήθηκαν όλοι μαζί. Λόγος, εικόνα και μελωδία συνθέτουν την όψη μιας χώρας που φθηναίνει και με κάθε γύρισμα σελίδας μοιάζει όλο και περισσότερο με τις ασπρόμαυρες σκέψεις και πράξεις μας.
Εμπνευστής του έργου «Ματριόσκα» είναι ο Ελ Ρόι, που εκπροσωπεί μια ολόκληρη ομάδα δημιουργών (Βασίλης Κωστάκης, Γιάννης Καρακατσανίδης, Ηλίας Κατσούρας, Άκης Βαϊου, Αριστοτέλης Καλύβας, Γιάννης Φαρσάρης, Ανθή Κύρκου, Δημήτρης Τσαπάρας, Χρήστος Κυριακόπουλος, Αποστόλης Τζίμας, Βασίλης Ντούρος, Νάσσια Ριμπά και ο Θωμάς Νάστος). Τα 13 μέλη της ομάδας βρίσκονται διασκορπισμένα σε έξι διαφορετικές πόλεις: Ιωάννινα, Θεσσαλονίκη, Πολύκαστρο, Αθήνα, Ηράκλειο Kρήτης και Groningen Ολλανδίας και συνεργάστηκαν μέσω του διαδικτύου κατά τη διάρκεια ολόκληρης της δημιουργικής διαδικασίας.
Το e-book και η μουσική διατίθενται ελεύθερα στο Διαδίκτυο μέσω του δικτυακού τόπου www.matrioska.info
Τίτλος: Ματριόσκα
Συλλογικό έργο
Βορειοδυτικές Εκδόσεις
Επιμελητής: Ελ Ρόι
Φωτογραφία: Ηλίας Κατσούρας
ISBN: 978-960-99666-5-8
Σχήμα: 14 x 21 εκ.
Σελίδες: 80 + cd
Τιμή: 11,1 €


Ευχαριστούμε τον Γιάννη Φαρσάρη για την ενημέρωση.

6/11/11

«Θυμάμαι» της Βασιλικής Πέτσα

Μια νεαρή συγγραφέας -ένα ώριμο μυθιστόρημα

Ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα και κάθε ατομικιστική, αντικοινωνική απόπειρα κοινωνικής ανατροπής καταλήγει αναπόφευκτα σε έναν αντιπαραγωγικό μηδενισμό…

Συνέντευξη που δημοσιεύτηκε στον Δρόμο στις 22/10/2011
(από τον Κώστα Στοφόρο)

 Άνοιξα να το διαβάσω και το έκλεισα μόνον όταν έφτασα στην τελευταία σελίδα… Καθώς φαίνεται η δύσκολη εποχή που ζούμε κάνει καλό στη …δημιουργικότητα. Από αυτές τις σελίδες έχετε δει να παρελαύνουν πολλοί νέοι συγγραφείς που ήδη από τα πρώτα τους βήματα φαίνεται πως έχουν καταφέρει να αρθρώσουν μια δική τους γλώσσα και δημιουργούν ελπίδες για μια γενιά που θα ανανεώσει το μυθιστόρημα, το διήγημα, την ποίηση. Η Βασιλική Πέτσα ήταν μια ακόμη ευχάριστη έκπληξη. Το ολιγοσέλιδο μυθιστόρημά της μας ταξιδεύει στα τι και τα πως ενός εγκλήματος, μέσα από πολυπρόσωπη αφήγηση, καταφέρνοντας με εξαιρετικό τρόπο να αποτυπώσει το κλίμα και τη ζωή στην ελληνική επαρχία του 2011.

«Η Γυναίκα των Δελφών» ταξιδεύει στην Ιταλία

Σημαντική θεωρείται η συμβολή της Άννας Δρακοπούλου, Ελληνίδας κατοίκου της Ιταλίας,  να εκπροσωπηθεί φέτος η χώρα μας στη διεθνή έκθεση βιβλίου, "Umbria libri 2011". Η καθιερωμένη αυτή έκθεση πρόκειται να διεξαχθεί στην Περούτζια από τις 10 μέχρι τις 13 Νοεμβρίου. Εκεί θα πραγματοποιηθεί η παρουσιάση του μυθιστορήματος,  «Η Γυναίκα των Δελφών» της Ελένης Στασινού,το οποίο έχει εκδοθεί από τον οίκο, «Ωκεανός».

Στον παρακάτω σύνδεσμο, μπορείτε να διαβάσετε μια ενδιαφέρουσα παρουσίαση του βιβλίου από τον Μπάμπη Δερμιτζάκη:


http://www.lexima.gr/lxm/read-1702.html

Για περισσότερες πληροφορίες για την παρουσία της Ελένης Στασινού στη διεθνή έκθεση βιβλίου της Περούτζια, μπορείτε να επισκεφτείτε τον παρακάτω σύνδεσμο:  

http://www.insterea.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=9750%3A-qumbria-libri-2011q&catid=34%3A2010-07-26-14-51-04&Itemid=71   

26/10/11

"Oι Μύγες" του Ζαν-Πωλ Σαρτρ


 Ο Ζαν-Πωλ Σάρτρ (1905-1980) ήταν Γάλλος λογοτέχνης, κριτικός, φιλόσοφος και από τους πιο γνωστούς εκπροσώπους του υπαρξισμού. Σπούδασε στην Ecole Normal Supérieure και δίδαξε  σε λύκεια της χώρας του από το 1931 ως το 1944 με εξαίρεση το χρονικό διάστημα , κατά το οποίο υπηρέτησε στο γαλλικό στρατό και πιάστηκε αιχμάλωτος κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου., ο οποίος υπήρξε καθοριστικός για την πνευματική του πορεία. Οι  εμπειρίες του από τη συμμετοχή του στη γαλλική αντίσταση εναντίον των Γερμανών ήταν η αιτία της μεταστροφής του από ένα αδιάφορο πολιτικά πρόσωπο σ'έναν κοινωνικά ευαισθητοποιημένο πολίτη. Έτσι, ίδρυσε με τη σύντροφό του Σιμόν  Ντε Μπωβουάρ και το Μερλώ Ποντύ το περιοδικό λογοτεχνικού και πολιτικού, Les temps modernes. Επίσης, συνεργάστηκε με το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας προς το οποίο ασκούσε πάντοτε κριτική. Ακόμα, μαζί με το Ράσελ στη Στοκχόλμη κατέβαλε προσπάθειες για τη δημιουργία δικαστηρίου κατά των εγκλημάτων του πολέμου των Η.Π.Α. στο Βιετνάμ. Ο Ζαν-Πωλ Σάρτ τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας το 1964, το οποίο αρνήθηκε, όμως, να παραλάβει. Στη συγγραφική του παραγωγή το λογοτεχνικό έργο του είναι συνυφασμένο με το φιλοσοφικό.

                                "Oι Μύγες" του Ζαν-Πωλ Σάρτρ 

O Zαν-Πωλ Σαρτρ γράφει το θεατρικό έργο "Οι Μύγες" το 1943, το οποίο βασίζεται στον αρχαίο ελληνικό μύθο των Ατρειδών. Ο κάθε ήρωας είναι μία ξεχωριστή προσωπικότητα. Όλοι οι ήρωες έχουν τη δυνατότητα της εκλογής, γεγονός που προϋποθέτει την ελευθερία τους.  Είναι υπεύθυνοι για τις πράξεις τους, με τη διαφορά ότι άλλοι ήρωες αναγνωρίζουν το γεγονός αυτό και άλλοι το αρνούνται και εθελοτυφλούν. Ο Σαρτρ είναι o φιλόσοφος που θεωρεί ότι ο άνθρωπος είναι ελεύθερος και υπάρχει πριν απ' όλα, καθώς ρίχνεται σε ένα μέλλον με απώτερο σκοπό την αυτοπραγμάτωσή του. Υπάρχουν, όμως, άνθρωποι με κακή πίστη και με τάσεις εφησύχασης.  Θεωρεί την εκλογή ως την πρωταρχική, αυθόρμητη κίνηση του ανθρώπου , αλλά τη θέληση, μεταγενέστερη, μεστή και συνειδητή.

Πιο συγκεκριμένα, ο Φλέβιος/Ορέστης είναι ο κεντρικός ήρωας του παραπάνω δράματος.  Το όνομα "Φλέβιος" αποτελεί το ψευδώνυμο του Ορέστη, και πρώτα απ'όλα εξυπηρετεί την παραναγνώρισή του από τους ιθαγενείς του γενέθλιου τόπου του, όπου επιστρέφει μετά από χρόνια. Στη συνέχεια, όμως,  αποκαλύπτεται ότι αυτό το προσωπείο του Φλέβιου, διδαδραματίζει και ένα άλλο ρόλο,  τον αντίποδα του Ορέστη. Μέσα από την αποκάλυψη της ψεύτικης και αληθινής ταυτότητας του κεντρικού ήρωα, υποδηλώνεται η ολοκλήρωση της διαδικασίας μεταμόρφωσης του ανθρώπου. Ο άνθρωπος, σύμφωνα με τον υπαρξισμό, δημιουργεί ο ίδιος τον εαυτό του, τον σχεδιάζει και τον ενσαρκώνει. Ο Ορέστης είναι το τέλειο παράδειγμα ανθρώπου που σχεδιάζει σταδιακά τον εαυτό του και ρίχνεται σ'ένα μέλλον. 

Ως άπατρις είναι ένας άνθρωπος δίχως ρίζες , δεν ανήκει πουθενά, δεν τον δεσμέυει τίποτα, δεν φέρει καμία ευθύνη. Ταυτόχρονα, όμως,  είναι ένας άνθρωπος που αμφιταλαντεύεται και προβληματίζεται γι'αυτήν την πράξη που θα του δώσει το δικαίωμα ν'ανήκει κάπου, που θα τον οδηγήσει στον προορισμό του: "Υπάρχουν άνθρωποι που γεννιούνται με δεσμά, χωρίς να μπορούν να διαλέξουν. Τους έριξαν σ' ένα δρόμο του  και στο τέλος του δρόμου τούς περιμένει μια πράξη. Η πράξη τους." 

Ο Ορέστης είναι ελεύθερος και μέσα από τη δράση του αυτοπραγματώνεται και δίνει αξία, καθώς επίσης νοηματοδοτεί την ελευθερία του, αυτοδεσμευόμενος απένατι στους άλλους.  Απευθυνόμενος στο Δία, το δημιουργό των ανθρώπων,ο Ορέστης δηλώνει "Εγώ είμαι λευτεριά μου".  Είναι ένας ελεύθερος άνθρωπους που έχει, όμως, την ανάγκη να αναγνωριστεί από τους άλλους  και ανήκει κάπου. Δε διστάζει να συγκρουστεί  με την αθωότητα, την καλοσύνη , τη φρονιμάδα με απώτερο σκοπό την αυτό-ολοκλήρωσή του. Ο Ορέστης έχει ένα προορισμό και ένα σκοπό, τη σωτηρία της αδερφής του και  της πόλης του Άργους. Σκοτεινιάζουν τα μάτια του και χάνει την αθωότητά του για να αναγνωριστεί από την αδερφή του, την Ηλέκτρα και να μπρέσει να ανήκει κάπου.

Ο Αίγιστος, μετά τη δολοφονία του αδερφού του, Αγαμέμνονα με τη βοήθεια της Κλυταιμνήστρας ανέλαβε τη διακυβέρνηση του Άργους και τροφοδοτεί με τύψεις το λαό ώστε να μην τον βλάψουν. Δεν αισθάνεται τύψεις για το φόνο του αδερφού του, γιατί τον ενδιαφέρει μόνο η εξουσία. Αποδίδει ρη δολοφονία του αδερφού του στο Δία, δηλαδή ισχυρίζεται ότι εκείνος τον παρακίνησε και υποτάσσεται στη μοίρα. Στο τέλος, ο Αίγιστος αποδέχεται όλες τις απεχθείς πράξεις του και όλα τα λόγια του υπαρχουν για να συνθέτουν την ύπαρξή του, επιβεβαιώνοντας τη θεωρία του Υπαρξισμού ότι ο άνθρωπος διαμορφώνει τον εαυτό του σύμφωνα με τις πράξεις που επιλέγει και εκτελεί. Όταν κάποιος δηλώνει μετάνοια, δεν είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του.

Δύο γυναίκες σε σύγκρουση, η Κλυταιμνήστρα και η κόρη της, Ηλέκτρα. Δύο γυναίκες παράτολμες που στο τέλος επιλέγουν την τιμωρία, τις ενοχές και αποποιούνται κάθε ευθύνη των πράξεων τους. H Kλυταιμνήστρα φαίνεται να κινείται από μικροπρεπή κίνητρα, ενώ η Ηλεκτρα έχει σκοπό να γιατρέψει το λαό του ΄Αργους. Εξεγείρεται παρασυρόμενη από το συναίσθημά της.
 
Το πλήθος , ο λαός του Άργους διαδραματίζει σημαντικό ρόλο. Το Άργος έχει ερημώσει και ο λαός του ζει με προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες. Φοβούνται ακόμα και τη σκιά τους. Ζουν με τύψεις και έχουν έντονο το στοιχείο της εφησύχασης και δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη τους. Ο φόβος τροφοδοτεί την υποκρισία τους. Η ηθική του πλήθους, όλες οι ηθικές τους αξίες πηγάζουν από το φόβο.

Οι "Μύγες" δεν είναι παρά ένα σύμβολο. Έχουν χυθεί στην πόλη και συμβολίζουν τις Ερινύες, τις τύψεις. Σύμφωνα με τη φιλοσοφική θεωρία του Ζ-Π Σαρτρ , κατά την κακή πίστη, ο άνθρωπος προσπαθεί να ξεφύγει από την ελευθερία  και την ευθύνη του. Οι "Μύγες", ακόμα συμβολίζουν αυτήν την κακή πίστη. Οι άνθρωποι για να λυτρωθούν από τις τύψεις τους αποποιούνται την ελευθερία και την ευθύνη τους.

Σύμφωνα με τον Ερίκ-Εμανουέλ Σμιτ , η φιλοσοφία  αξιώνει να εξηγήσει τον κόσμο, το θέατρο τον αναπαριστήσει. Ο Ζ-Π. Σαρτρ με εξαιρετική μαεστρία συνδυάζει τη φιλοσοφία με την τέχνη. Συχνά απαντά μέσα από τα λογοτεχνικά του έργα σε καίρια φιλοσοφικά ερωτήματα που θέτει ο Υπαρξισμός. Αν η φιλοσοφία είναι η θεωρία, η ζωή σα μια σκηνή θεάτρου είναι η εφαρμογή της θεωρίας αυτής μέσα από  την πράξη/τη δράση. Εγείρεται ένα επίκαιρο και ενδιαφέρον ζήτημα, αυτό  του δίπολου της ελευθερίας και της ευθύνης.  Άραγε μπορεί να είναι κανείς ελεύθερος χωρίς να πράττει, χωρίς να είμαι υπεύθυνος για τις εκάστοτε πράξεις του ή μήπως επιλέγει την εφησύχαση, την αδράνεια για να αποφύγει την ανάληψη ευθυνών;    


Xρήσιμοι σύνδεσμοι: 

Αναφορές στο θεατρικό έργο του Ζ-Π Σαρτρ, "Οι Μύγες" :

1/10/11

Φραντς Κάφκα, 'Η Δίκη'

η δικη-φραντς καφκα

Ενδιαφέρουσα ερμηνεία του βιβλίου:
anagnosi.blogspot.com/2007/07/blog-post.html

22/9/11

Η Παράξενη Χρονομηχανή του Άρη Δημοκίδη

Θα πήγαιναν να βρουν τους φίλους τους για να παίξουν όλοι μαζί. Τώρα πια ήξεραν πως οι μαγικές τους δυνάμεις, οι χρονομηχανές και οι συναρπαστικές περιπέτειες δεν θα κρατούσαν για πάντα. ήξεραν πως όταν θα μεγάλωναν, η φαντασία που είχαν τώρα, ως παιδιά, δεν θα ήταν πια τόσο δυνατή.
Όλα τα ωραία κάποτε τελειώνουν, σκέφτηκαν οι ΣΤΕ. Αλλά μέχρι τότε υπάρχει άπλετος χρόνος για να χαρούμε το εδώ και τώρα. Πάντα υπάρχει χρόνος  - αν το θελήσουμε και το απαιτήσουμε! - για να ζήσουμε ευτυχισμένοι το κάθε λεπτό της μίας και μοναδικής ζωής που έτυχε να έχουμε...

Ο επίλογος του βιβλίου Η παράξενη Χρονομηχανή, του Άρη Δημοκίδη.



Χθες βράδυ τελειώσαμε και το τελευταίο βιβλίο με τις περιπέτειες των ΣΤΕ.
Πολλά βράδυα τον τελευταίο μήνα διαβάζαμε και από ένα ή δύο κεφάλαια. Πότε εγώ πότε η μαμά του. Παρόλα αυτά η γλώσσα, η ροή, η ιστορία, το δέσιμο με τους ήρωες μετά από 3 βιβλία ακόμη που έχουν προηγηθεί, δημιουργούσαν μια οικειότητα και ξεπερνούσαν τα κενά στην ιστορία. Έχοντας διαβάσει άλλο ενάμιση βιβλίο των ΣΤΕ, θεωρώ ότι στο συγκεκριμένο ο Άρης Δημοκίδης έχει "ανέβει επίπεδο". Είναι πιο ώριμο σε εκτέλεση, πιο δεμένο, έχει πιο γρήγορη γλώσσα χωρίς να δημιουργεί κενά.
Και φυσικά πάντα σου δημιουργεί την διάθεση να διαβάσεις, να μάθεις, να μελετήσεις όλα αυτά τα στοιχεία που παραθέτει, σε βάζει μέσα σε αλλόκοτες περιπέτειες. Ζεις κινηματογραφικά! Νιώθεις παιδί, ήρωας αόρατος και συ!
Ξαναδιάβασα τον Θησαυρό της Βαγίας το καλοκαίρι στον μεγάλο και πραγματικά η γλώσσα της Ζωρζ Σαρρή με είχε συνεπάρει και ένιωθα ότι διέφερε πολύ από την γλώσσα που χρησιμοποιούν οι σημερινοί συγγραφείς παιδικών βιβλίων. Το ίδιο μπορώ να πω ότι ένιωσα τώρα και στην "παράξενη Χρονομηχανή".

Ο Γιώργος το καταχάρηκε. Το συζητούσε και άλλες ώρες και στιγμές, κάνοντας αναφορές μέχρι και στις χωροχρονικές τρύπες. Αλλά ακόμη και αν δεν εξωτερικεύει πολλές σκέψεις ο Γιώργος, είμαι σίγουρος ότι γεννάει και αποθηκεύει σκέψεις μετά από κάθε ανάγνωση.
Κι εμείς με την βραδινή ανάγνωση κάνουμε ένα ενδιαφέρον διάλειμμα από έγνοιες και ηρεμούμε από την ένταση της ημέρας.
Και συχνά αναρωτιέμαι γιατί δεν διαβάζω έτσι από ένα δυο κεφάλαια κάθε βράδυ από ένα βιβλίο, αντί να χαζέψω στην τηλεόραση ή στο laptop ή να περιμένω να βρω 2-3 ώρες ή να πάω διακοπές.

Πάντα υπάρχει χρόνος... για όμορφες στιγμές που ξεχωρίζουν μες την καθημερινότητά μας!

8/9/11

Το Μυθιστόρημα της Μαρίας Πολυδούρη

Η Μαρία Πολυδούρη (1902-1930) , εκτός από τις ποιητικές συλλογές "Ηχώ στο χάος", " Οι τρίλιες που σβήνουν" και άλλα ανέκδοτα ποιήματα της , στο ποιητικό ενεργητικό της, συμπεριλαμβάνεται ένα ημιτελές , άτιτλο μυθιστόρημα που μπορεί να χαρακτηριστεί ως προσχέδιο. Γράφτηκε το 1926 , ενώ η Μαρία Πολυδούρη παραθέριζε στη Φτέρη Αιγίου. Τον ίδιο χρόνο ταξιδεύει για Παρίσι και προσβάλλεται από φυματίωση. Αντίθετα από την ποίηση της στην οποία εξυμνεί τον έρωτα, το θάνατο και το ανεκπλήρωτο της φύσης ώστε να την κατατάσσουμε στο κίνημα του νεορομαντισμού, στο μυθιστόρημα της δίνει στοιχεία για το κλίμα και την νοοτροπία που επικρατεί εκείνη την εποχή , την οποία αντιμετωπίζει με σαρκασμό και κριτική στάση.


Το μυθιστόρημα αυτό μπορεί να χωριστεί σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος χωρίζεται σε δεκατέσσερα  κεφάλαια, ενώ το δεύτερο είναι ενιαίο. Επίσης το πρώτο μέρος το συνθέτουν περίπου είκοσι χαρακτήρες . Η αφηγήτρια  δίνει στοιχεία για τις ζωές αυτών των χαρακτήρων και τους αναλύει με ψυχογραφικό τρόπο.  Για τη δική της ζωή δεν έχουμε σημαντικά στοιχεία. Η ζωή της περιστρέφεται γύρω από τις ζωές των άλλων , τους οποίους είτε συναναστρέφεται είτε όχι και δεν την επηρεάζουν ουσιαστικά. Συμμετέχει στη ζωή τους με υπολανθάνων  τόπο, κυρίως μέσω κοινών γνωστών. Και οφείλουμε να θεωρήσουμε σημαντικό πως λαμβάνει θέση σε ζητήματα και ερωτήματα που προβληματίζουν τους χαρακτήρες αυτούς, π.χ. περί ηθικής, περί έρωτα και απιστίας. 


Στο δεύτερο μέρος, ο βασικός και πιο ενδιαφέρον χαρακτήρας είναι ο Λεωνίδας, ο οποίος γράφει ένα μυθιστόρημα , ενώ βρίσκεται στο Παρίσι και μόλις το εκδίδει, το αποστέλλει στον επιστήθιο φίλο του, Αιμίλιο, ο οποίος παραθερίζει με την αφηγήτρια στο Ακροβούνι. Έτσι μαζί το διαβάζουν και το σχολιάζουν. Αποσπάσματα αυτού του μυθιστορήματος δίνουν απαντήσεις και λύνουν το μυστήριο ορισμένων χαρακτήρων του πρώτου μέρους , μιας και χαρακτηρίζεται ως η αυτοβιογραφία του Λεωνίδα.


Πιο συγκεκριμένα, η αφηγήτρια αξιολογεί τις συμπεριφορές των κύριων χαρακτήρων του μυθιστορήματος και ασκεί κριτική στη στάση ζωής τους. Συχνά δίνει γενικούς ορισμούς για τους άντρες και τις γυναίκες. Από τη μια πλευρά, οι άντρες παρουσιάζονται ως ασυνεπείς με τον εαυτό τους. Δεν είναι παρά ένας σωρός ωραίες ιδέες, ελεύθερες, κι όμως  οι πράξεις τους μένουν ανεξέλεγκτες. Είναι πάντα πρόθυμοι να εξιλεωθούν και να ξαναμαρτήσουν. Από την άλλη πλευρά, οι γυναίκες προβάλλονται ως συνένοχες των αντρών που πρέπει να είναι πάντα άξιες της συμπάθειας τους και πέφτουν θύματα της γοητείας τους. Οι υπόλοιπες γυναίκες είναι αξιοκαταφρόνητες και μισητές , επειδή μηχανεύονται άνομα μέσα για να κατακτήσουν έναν άντρα. Σε αντιδιαστολή με τη μοιραία γυναίκα, η γυναίκα που ασχολείται αποκλειστικά  με τα οικιακά εμφανίζεται ως υστερική, νευρική και υποχόνδρια, καθώς επίσης τη διακρίνει η ματαιοπονία. Η αξία της παραλληλίζεται με αυτή του κηφήνα.


Δεν αφήνει στο απυρόβλητο τους καλλιτέχνες, μερικούς από τους οποίους προβάλλονται ως κιτρινιάρικα παιδιά, ερωτευμένα με την τέχνη , αλλά ακόμα πιο πολύ με την κακοριζικιά τους, σαν να ήταν φορέας του ταλέντου τους. Επίσης, παρουσιάζονται δειλοί και στριμωγμένοι στη θέση τους, κρατώντας πεισματική σιωπή, δείγμα περιφρόνησης προς τους άλλους. τέλος, φαίνονται δήθεν και επιδεικνύουν τόλμη μόνο στα μοναχικά συναπαντήματα τους με τις γυναίκες.


Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο διαχωρισμός των χαρακτήρων σε πιθανές κοινωνικές τάξεις από ενός είδους βεμπεριανής προσέγγισης: στην εργατική, στη μικροαστική, στην αστική και σε αυτήν που αποτελείται από διανοούμενους και καλλιτέχνες.  Οι βασικοί χαρακτήρες της εργατικής τάξης περιγράφονται ως αθώοι και αγνοί, καθώς επίσης τους διακρίνει η καλοσύνη, η αξιοπρέπεια και ο αλτρουισμός τους. Οι μικροαστοί, όσο και οι αστοί, προβάλλονται ως κυνικοί και εκκεντρικοί. Ενδιαφέρονται για καθημερινά και κοινότοπα ζητήματα. Λειτουργούν με βάση τα ένστικτα τους και τους διακρίνει έντονος φιλοτομαρισμός. Οι διανοούμενοι και οι καλλιτέχνες, ίσως επειδή συνήθως παραπαίει στις δυο αυτές τάξεις, φανερώνονται ως αντιφατικοί χαρακτήρες που όμως έχουν τη συνείδηση της κατάστασης τους. Μέσα από ατέρμονες αμφιταλαντεύσεις προσπαθούν να ισορροπήσουν. Ο καθένας τους έχει μια ηθική, την οποία υπερβαίνει και υπακούει στα πάθη του. Συχνά στρέφονται στον εσωτερικό κόσμο τους και συγκρούονται με τον εαυτό τους. Τέλος, εκφράζουν προβληματισμούς για ζητήματα ηθικής.


Η Μαρία Πολυδούρη μέσα από το μυθιστόρημα αυτό ασκεί ιδιαίτερα έντονη κριτική στην εποχή , κατά τη διάρκεια της οποίας ζει και δημιουργεί, καθώς και στην ηθική που τη χαρακτηρίζει. Ενδιαφέρον είναι ότι οι ήρωες φαίνονται να διαχωρίζονται σε κοινωνικές τάξεις με ένα είδος βεμπεριανής άποψης,στην εργατική , στη μικροαστική, στην αστική  και σε μια άλλη , αυτή των διανοούμενων και καλλιτεχνών. Οι κύριοι χαρακτήρες που εκπροσωπούν την εργατική τάξη
παρουσιάζονται αθώοι και αγνοί. Τους διακρίνει η καλοσύνη, η αξιοπρέπεια και ο αλτρουισμό τους. Οι μικροαστοί, όσο και οι αστοί, προβάλλονται ως κυνικοί και εγωκεντρικοί. Ενδιαφέρονται αποκλειστικά για καθημερινά και κοινότοπα ζητήματα. Λειτουργούν με βάση τα ένστικτά τους και τους διακρίνει ο φιλοτομαρισμός. Οι διανοούμενοι, ίσως επειδή παραπαίουν και στις δύο αυτές κοινωνικές τάξεις, φανερώνονται ως αντιφατικοί χαρακτήρες που όμως έχουν συνείδηση αυτής της κατάστασης. Μέσα από ατέρμονες αμφιταλαντεύσεις προσπαθούν να ισορροπήσουν. Ο καθένας έχει μια δική του ηθική που όμως συχνά την υπερβαίνει, υπακούοντας στα πάθη του. Δεν είναι καθόλου σπάνιο να στρέφονται προς τον εσωτερικό τους κόσμο και να συγκρούονται με τον ίδιο τους τον εαυτό με αποτέλεσμα να εκφράζουν προβληματισμούς για ηθικά ζητήματα. 


Η Μαρία Πολυδούρη μέσα από το μυθιστόρημα της θίγει ένα ακόμα φλέγον ζήτημα , αυτό της κοινωνικής θέσης της γυναίκας που βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο εκείνην την εποχή. Από τη μία πλευρά, μερικές γυναίκες είναι προσκολλημένες στον οικιακό τους χώρο και δεν συμμετέχουν ενεργά στην κοινωνική ζωή.  Λειτουργούν σα διακοσμητικά στοιχεία και ασχολούνται με εξαιρετική επιτήδευση με την εμφάνισή τους στοχεύοντας σε ένα επιτυχημένο-πλούσιο γάμο. Συγχρόνως πραγματοποιείται η έξοδος των γυναικών της αστικής τάξης από τον οικιακό τους χώρο , οι οποίες απασχολούνται με τη φιλανθρωπία ανήκοντας σε φιλόπτωχα σωματεία και θρησκευτικούς συλλόγους. Τους ασκείται έντονη κριτική για την υποκριτική τους στάση και την ασυνέπεια προς τις πεποιθήσεις τους. Από την άλλη πλευρά, οι γυναίκες χειραφετούνται σταδιακά, σπουδάζουν στο πανεπιστήμιο, εργάζονται σε δημόσιες υπηρεσίες ή ακόμα επιλέγουν και το σύντροφό της. Συχνάζουν σε καφενεία, όπου συγκεντρώνονται ποιητές και στοχαστές για να συζητήσουν τους προβληματισμούς τους και να απαγγείλουν ποιήματα. 


Το μυθιστόρημα αυτό αποτελεί την πρώτη και την τελευταία απόπειρα της Μαρίας Πολυδούρη. Εκτός από την καυστική κριτική στα κακώς κείμενα της εποχής και τη γλαφυρή περιγραφή των ηθών και των εθίμων, είναι ένα ευχάριστο και ενδιαφέρον ανάγνωσμα, επειδή εντοπίζονται  κοινά στοιχεία με την πραγματική ζωή της συγγραφέα και των οικείων προσώπων της. Το μυθιστόρημα αυτό, λοιπόν, είναι εμπλουτισμένο με αυτοβιογραφικά στοιχεία, όπως συμπεραίνεται από μία προσεκτική ανάγνωση του προσωπικού ημερολογίου της. Απ' ό,τι φαίνεται, κάθε συγγραφέας εμπεριέχεται στους μυθοπλαστικούς χαρακτήρες του , από τους πιο ευχάριστους μέχρι και τους πιο δυσάρεστους. 








Απόσπασμα από τη σεμιναριακή εργασία "Το Μυθιστόρημα της Μαρίας Πολυδούρη", επιβλέπουσα καθηγήτρια, Χριστίνα Ντουνιά, 2004


Χρήσιμοι σύνδεσμοι:
Το Μυθιστόρημα: http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/maria_polydoyrh/          

6/9/11

Ποίηση από τη Χλόη Κουτσουμπέλη


Έχω τη τιμή να παρουσιάσω και σε αυτό το ιστολόγιο μια ποιήτρια και λογοτέχνη με απίστευτο ταλέντο που είχα τη τη τύχη να γνωρίσω από κοντά, τη Χλόη Κουτσουμπέλη. Όσοι την έχουν συμπεριλάβει στις επαφές τους στο Facebook, γνωρίζουν πώς είναι να σερφάρεις αμέριμνα, διαβάζοντας μικρά νέα και χαζεύοντας φωτογραφίες, και ξαφνικά να ανακαλύπτεις ένα απαστράπτον διαμάντι μπροστά σου: ένα ποίημα ή απλά ένα κομμάτι από προσωπικές σκέψεις της Χλόης, τόσο μικρό αλλά τόσο μεστό από νόημα, τόσο απλά δοσμένο, αλλά ταυτόχρονα τόσο πολύπλοκο στη σύλληψή του.

Παραθέτω, λοιπόν, με την άδειά της, λίγα από τα ποιήματα- διαμάντια που η ίδια έχει δημοσιεύσει στο Facebook, για να πάρουν όλοι οι αναγνώστες κάτι από τη λάμψη τους.

ΕΛΛΕΙΨΗ ΧΩΡΟΥ

Σε ένα κιβώτιο μου έστειλες όλα τα πράγματά μου.
Την πουκαμίσα, την θήκη των φακών,
το ποίημα που έγραψες για μένα,
τον πίνακα που θα κρεμούσαμε στον τοίχο
τον κενό χώρο στην ντουλάπα σου
τα άδεια ράφια με τα βιβλία φαντάσματα.
Φαντάζομαι πως όσο τακτικά και αν δίπλωσες
δεν μπόρεσες να χωρέσεις το κρεβάτι,
όλο φούσκωνε σαν αερόστατο
και πετούσε μακριά.
Ούτε κι εγώ έχω όμως χώρο πια γι αυτά.
Η αποθήκη μου βλέπεις,
είναι γεμάτη νεκρά φθινόπωρα
και μικρά ξεχαρβαλωμένα πάντα
με χαλασμένα ελατήρια.

Η ΠΡΩΤΗ ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

Φορούσα κουρέλια κι έτρεχα στα τέσσερα
είχα τυλίξει τα πληγιασμένα πόδια σε φύλλα δέντρων
πατούσα σε θραύσματα από παλιά ρολόγια
ένας κούκος χτυπούσε διαρκώς μεσάνυχτα
είχα μόλις αντέξει την εποχή των παγετώνων
και το καλοκαίρι έσταζε καυτό ιδρώτα
δεν είχα γονείς ούτε ιστορία
θυμόμουν μόνο το αυγό που έσκασε
και τον κόκκινο κρόκο που ήλιος ξεπήδησε από μέσα.
Σε είδα ξαφνικά ψηλό και ακίνητο
στην μέση εκεί του πουθενά
να μου ανοίγεις διάπλατα τα χέρια.
Τυφλά χώθηκα στην αγκαλιά σου.
Κάτι παλιό τότε κατέρρευσε με θόρυβο
και η πρώτη πανσέληνος γεννήθηκε στον κόσμο.  



Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΟΡΧΙΔΕΑ ΟΛΟ ΘΑΛΑΣΣΑ

Στον κόσμο του άλλου
μπαίνεις τρυφερά
γυμνός όπως σε Ιερό.
Ειναι μια ορχιδέα όλο θάλασσα.
Βρέχεις τα πόδια σου στα βελούδινά της πέταλα.
Χαίρεσαι και φοβάσαι.
Γνωρίζεις.
Πως κάθε ορχιδέα ανοιγοκλείνει στους χτύπους της καρδιάς
είναι μυστική και αρχέγονη
και πως μέσα της αλλάζεις.
Ύστερα από αυτό ποτέ δεν θάσαι ο ίδιος.


ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ

Ο ξύλινος κούκλος που άκουγε στο όνομα Πινόκιο
ποτέ δεν τα κατάφερε να γίνει αληθινό αγόρι
έχασε μικρός την μάνα του
τον κατάπιε μία φάλαινα
δεν έμαθε ποτέ του να πενθεί.
Αφού τον έβγαλε από τον Λαβύρινθο
μόνη εγκατέλειψε σε ένα νησί
την Αριάδνη ο Θησέας
«μου έδωσες χαρά και ελπίδα,
γι αυτό αιώνια θα σ’ ευγνωμονώ»
της φώναξε από το καράβι του
κουνώντας το μαντήλι.
«Ηταν μόνο μια στιγμή υπέρβασης»
απολογήθηκε στην Φωνή ο Αδάμ
«άλλωστε Εδέμ σημαίνει ασφάλεια,
ισορροπία και τάξη
κι εγώ ήμουν ανέκαθεν νομοταγής,
αυτήν να διώξετε, την μάγισσα»
και έφτυσε το μήλο του.
«Σε σένα πάντα θα γυρνάω» είπε στην Πηνελόπη ο Κλώνος.
Παρίστανε τον Οδυσσέα ενώ ήταν ένας ακόμα απρόσωπος μνηστήρας.
Πες μου λοιπόν εσύ
που ήσουν κοινωνός του Μυστηρίου
εκείνη την Παρασκευή στο όρος των Ελαιών,
στο αεροδρόμιο πριν από την τελευταία πτώση
πόσα αργύρια εισέπραξες
για εκείνο το φιλί που μούδωσες στο στόμα;


ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΩΝ ΕΡΩΤΗΣΕΩΝ (ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ)

Αν φανταζόσουν άλογο;
Θαλασσινό.
Και αν σκάλα;
Στο χείλος του γκρεμού.
Και σπίτι;
Κάπου μαζί.
Και έρωτας;
Αυτό που τελικά δεν ζήσαμε οι δυό μας.



Χλόη Κουτσουμπέλη:
Γεννήθηκα το 1962 στην Θεσσαλονίκη. Σπούδασα Νομική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Ποιητικές συλλογές:
Σχέσεις Σιωπής, εκδόσεις Εγνατία 1984
Η νύχτα είναι μια φάλαινα, εκδόσεις Βιβλιοπωλείο Λοξίας 1990
Η αποχώρηση της Λαίδης Κάπα, εκδόσεις Νέα Πορεία 2004
Η Λίμνη, ο Κήπος και η Απώλεια, εκδόσεις Νέα Πορεία 2006
Η αλεπού και ο κόκκινος χορός, εκδόσεις Γαβριηλίδης 2009
Μυθιστόρημα -Ψιθυριστά, εκδόσεις Παρατηρητής, 2002
Θεατρικό - Ορφέας στο μπαρ, εκδόσεις Πάροδος 2005

5/9/11

Γιάννης Ρίτσος - Ἡ σονάτα τοῦ σεληνόφωτος


Ἀνοιξιάτικο βράδι. Μεγάλο δωμάτιο παλιοῦ σπιτιοῦ. Μιὰ ἡλικιωμένη γυναίκα ντυμένη στὰ μαῦρα μιλάει σ᾿ ἕναν νέο. Δὲν ἔχουν ἀνάψει φῶς. Ἀπ᾿ τὰ δυὸ παράθυρα μπαίνει ἕνα ἀμείλικτο φεγγαρόφωτο. Ξέχασα νὰ πῶ ὅτι ἡ γυναίκα μὲ τὰ μαῦρα ἔχει ἐκδώσει δυό-τρεῖς ἐνδιαφέρουσες ποιητικὲς συλλογὲς θρησκευτικῆς πνοῆς. Λοιπόν, ἡ Γυναίκα μὲ τὰ μαῦρα μιλάει στὸν νέο.

Ἄφησέ με ναρθῶ μαζί σου. Τί φεγγάρι ἀπόψε! Εἶναι καλὸ τὸ φεγγάρι, - δὲ θὰ φαίνεται ποὺ ἄσπρισαν τὰ μαλλιά μου. Τὸ φεγγάρι θὰ κάνει πάλι χρυσὰ τὰ μαλλιά μου. Δὲ θὰ καταλάβεις. Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Ὅταν ἔχει φεγγάρι, μεγαλώνουν οἱ σκιὲς μὲς στὸ σπίτι, ἀόρατα χέρια τραβοῦν τὶς κουρτίνες, ἕνα δάχτυλο ἀχνὸ γράφει στὴ σκόνη τοῦ πιάνου λησμονημένα λόγια - δὲ θέλω νὰ τ᾿ ἀκούσω. Σώπα.

Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου λίγο πιὸ κάτου, ὡς τὴ μάντρα τοῦ τουβλάδικου, ὡς ἐκεῖ ποὺ στρίβει ὁ δρόμος καὶ φαίνεται ἡ πολιτεία τσιμεντένια κι ἀέρινη, ἀσβεστωμένη μὲ φεγγαρόφωτο τόσο ἀδιάφορη κι ἄϋλη, τόσο θετικὴ σὰν μεταφυσικὴ ποὺ μπορεῖς ἐπιτέλους νὰ πιστέψεις πὼς ὑπάρχεις καὶ δὲν ὑπάρχεις πὼς ποτὲ δὲν ὑπῆρξες, δὲν ὑπῆρξε ὁ χρόνος κ᾿ ἡ φθορά του. Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Θὰ καθίσουμε λίγο στὸ πεζούλι, πάνω στὸ ὕψωμα, κι ὅπως θὰ μᾶς φυσάει ὁ ἀνοιξιάτικος ἀέρας μπορεῖ νὰ φαντάζουμε κιόλας πὼς θὰ πετάξουμε, γιατί, πολλὲς φορές, καὶ τώρα ἀκόμη, ἀκούω τὸ θόρυβο τοῦ φουστανιοῦ μου, σὰν τὸ θόρυβο δυὸ δυνατῶν φτερῶν ποὺ ἀνοιγοκλείνουν, κι ὅταν κλείνεσαι μέσα σ᾿ αὐτὸν τὸν ἦχο τοῦ πετάγματος νιώθεις κρουστὸ τὸ λαιμό σου, τὰ πλευρά σου, τὴ σάρκα σου, κι ἔτσι σφιγμένος μὲς στοὺς μυῶνες τοῦ γαλάζιου ἀγέρα, μέσα στὰ ρωμαλέα νεῦρα τοῦ ὕψους, δὲν ἔχει σημασία ἂν φεύγεις ἢ ἂν γυρίζεις οὔτε ἔχει σημασία ποὺ ἄσπρισαν τὰ μαλλιά μου, δὲν εἶναι τοῦτο ἡ λύπη μου - ἡ λύπη μου εἶναι ποὺ δὲν ἀσπρίζει κ᾿ ἡ καρδιά μου. Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Τὸ ξέρω πὼς καθένας μοναχὸς πορεύεται στὸν ἔρωτα, μοναχὸς στὴ δόξα καὶ στὸ θάνατο. Τὸ ξέρω. Τὸ δοκίμασα. Δὲν ὠφελεῖ. Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Φορές-φορές, τὴν ὥρα ποὺ βραδιάζει, ἔχω τὴν αἴσθηση πὼς ἔξω ἀπ᾿ τὰ παράθυρα περνάει ὁ ἀρκουδιάρης μὲ τὴν γριὰ βαριά του ἀρκούδα μὲ τὸ μαλλί της ὅλο ἀγκάθια καὶ τριβόλια σηκώνοντας σκόνη στὸ συνοικιακὸ δρόμο ἕνα ἐρημικὸ σύννεφο σκόνη ποὺ θυμιάζει τὸ σούρουπο καὶ τὰ παιδιὰ ἔχουν γυρίσει σπίτια τους γιὰ τὸ δεῖπνο καὶ δὲν τ᾿ ἀφήνουν πιὰ νὰ βγοῦν ἔξω μ᾿ ὅλο ποὺ πίσω ἀπ᾿ τοὺς τοίχους μαντεύουν τὸ περπάτημα τῆς γριᾶς ἀρκούδας -κ᾿ ἡ ἀρκούδα κουρασμένη πορεύεται μὲς στὴ σοφία τῆς μοναξιᾶς της, μὴν ξέροντας γιὰ ποῦ καὶ γιατί -ἔχει βαρύνει, δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ χορεύει στὰ πισινά της πόδια δὲν μπορεῖ νὰ φοράει τὴ δαντελένια σκουφίτσα της νὰ διασκεδάζει τὰ παιδιά, τοὺς ἀργόσχολους τοὺς ἀπαιτητικοὺς καὶ τὸ μόνο ποὺ θέλει εἶναι νὰ πλαγιάσει στὸ χῶμα ἀφήνοντας νὰ τὴν πατᾶνε στὴν κοιλιά, παίζοντας ἔτσι τὸ τελευταῖο παιχνίδι της, δείχνοντας τὴν τρομερή της δύναμη γιὰ παραίτηση, τὴν ἀνυπακοή της στὰ συμφέροντα τῶν ἄλλων, στοὺς κρίκους τῶν χειλιῶν της, στὴν ἀνάγκη τῶν δοντιῶν της, τὴν ἀνυπακοή της στὸν πόνο καὶ στὴ ζωὴ μὲ τὴ σίγουρη συμμαχία τοῦ θανάτου -ἔστω κ᾿ ἑνὸς ἀργοῦ θανάτου- τὴν τελική της ἀνυπακοὴ στὸ θάνατο μὲ τὴ συνέχεια καὶ τὴ γνώση τῆς ζωῆς ποὺ ἀνηφοράει μὲ γνώση καὶ μὲ πράξη πάνω ἀπ᾿ τὴ σκλαβιά της.

Μὰ ποιὸς μπορεῖ νὰ παίξει ὡς τὸ τέλος αὐτὸ τὸ παιχνίδι; Κ᾿ ἡ ἀρκούδα σηκώνεται πάλι καὶ πορεύεται ὑπακούοντας στὸ λουρί της, στοὺς κρίκους της, στὰ δόντια της, χαμογελώντας μὲ τὰ σκισμένα χείλια της στὶς πενταροδεκάρες ποὺ τὶς ρίχνουνε τὰ ὡραῖα καὶ ἀνυποψίαστα παιδιὰ ὡραῖα ἀκριβῶς γιατί εἶναι ἀνυποψίαστα καὶ λέγοντας εὐχαριστῶ. Γιατί οἱ ἀρκοῦδες ποὺ γεράσανε τὸ μόνο ποὺ ἔμαθαν νὰ λένε εἶναι: εὐχαριστῶ, εὐχαριστῶ. Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Συχνὰ πετάγομαι στὸ φαρμακεῖο ἀπέναντι γιὰ καμιὰν ἀσπιρίνη ἄλλοτε πάλι βαριέμαι καὶ μένω μὲ τὸν πονοκέφαλό μου ν᾿ ἀκούω μὲς στοὺς τοίχους τὸν κούφιο θόρυβο ποὺ κάνουν οἱ σωλῆνες τοῦ νεροῦ, ἢ ψήνω ἕναν καφέ, καί, πάντα ἀφηρημένη, ξεχνιέμαι κ᾿ ἑτοιμάζω δυὸ - ποιὸς νὰ τὸν πιεῖ τὸν ἄλλον;- ἀστεῖο ἀλήθεια, τὸν ἀφήνω στὸ περβάζι νὰ κρυώνει ἢ κάποτε πίνω καὶ τὸν δεύτερο, κοιτάζοντας ἀπ᾿ τὸ παράθυρο τὸν πράσινο γλόμπο τοῦ φαρμακείου σὰν τὸ πράσινο φῶς ἑνὸς ἀθόρυβου τραίνου ποὺ ἔρχεται νὰ μὲ πάρει μὲ τὰ μαντίλια μου, τὰ σταβοπατημένα μου παπούτσια, τὴ μαύρη τσάντα μου, τὰ ποιήματά μου, χωρὶς καθόλου βαλίτσες - τί νὰ τὶς κάνεις; - Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

«Α, φεύγεις; Καληνύχτα.» Ὄχι, δὲ θἄρθω. Καληνύχτα. Ἐγὼ θὰ βγῶ σὲ λίγο. Εὐχαριστῶ. Γιατί ἐπιτέλους, πρέπει νὰ βγῶ ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ τσακισμένο σπίτι. Πρέπει νὰ δῶ λιγάκι πολιτεία, -ὄχι, ὄχι τὸ φεγγάρι - τὴν πολιτεία μὲ τὰ ροζιασμένα χέρια της, τὴν πολιτεία τοῦ μεροκάματου, τὴν πολιτεία ποὺ ὁρκίζεται στὸ ψωμὶ καὶ στὴ γροθιά της τὴν πολιτεία ποὺ ὅλους μας ἀντέχει στὴν ράχη της μὲ τὶς μικρότητές μας, τὶς κακίες, τὶς ἔχτρες μας, μὲ τὶς φιλοδοξίες, τὴν ἄγνοιά μας καὶ τὰ γερατειά μας,-ν᾿ ἀκούσω τὰ μεγάλα βήματα τῆς πολιτείας, νὰ μὴν ἀκούω πιὰ τὰ βήματά σου μήτε τὰ βήματα τοῦ Θεοῦ, μήτε καὶ τὰ δικά μου βήματα. Καληνύχτα.

Τὸ δωμάτιο σκοτεινιάζει. Φαίνεται πὼς κάποιο σύννεφο θἄκρυβε τὸ φεγγάρι. Μονομιᾶς, σὰν κάποιο χέρι νὰ δυνάμωσε τὸ ραδιόφωνο τοῦ γειτονικοῦ μπάρ, ἀκούστηκε μία πολὺ γνώστη μουσικὴ φράση. Καὶ τότε κατάλαβα πὼς ὅλη τούτη τὴ σκηνὴ τὴ συνόδευε χαμηλόφωνα ἡ «Σονάτα τοῦ Σεληνόφωτος», μόνο τὸ πρῶτο μέρος. Ὁ νέος θὰ κατηφορίζει τώρα μ᾿ ἕνα εἰρωνικὸ κ᾿ ἴσως συμπονετικὸ χαμόγελο στὰ καλογραμμένα χείλη του καὶ μ᾿ ἕνα συναίσθημα ἀπελευθέρωσης. Ὅταν θὰ φτάσει ἀκριβῶς στὸν Ἅη-Νικόλα, πρὶν κατεβεῖ τὴ μαρμαρίνη σκάλα, θὰ γελάσει, -ἕνα γέλιο δυνατό, ἀσυγκράτητο. Τὸ γέλιο του δὲ θ᾿ ἀκουστεῖ καθόλου ἀνάρμοστα κάτω ἀπ᾿ τὸ φεγγάρι. Ἴσως τὸ μόνο ἀνάρμοστο νἆναι τὸ ὅτι δὲν εἶναι καθόλου ἀνάρμοστο. Σὲ λίγο, ὁ Νέος θὰ σωπάσει, θὰ σοβαρευτεῖ καὶ θὰ πεῖ «Ἡ παρακμὴ μιᾶς ἐποχῆς». Ἔτσι, ὁλότελα ἥσυχος πιά, θὰ ξεκουμπώσει πάλι τὸ πουκάμισό του καὶ θὰ τραβήξει τὸ δρόμο του. Ὅσο γιὰ τὴ γυναίκα μὲ τὰ μαῦρα, δὲν ξέρω ἂν βγῆκε τελικὰ ἀπ᾿ τὸ σπίτι. Τὸ φεγγαρόφωτο λάμπει ξανά. Καὶ στὶς γωνιὲς τοῦ δωματίου οἱ σκιὲς σφίγγονται ἀπὸ μίαν ἀβάσταχτη μετάνοια, σχεδὸν ὀργή, ὄχι τόσο γιὰ τὴ ζωὴ ὅσο γιὰ τὴν ἄχρηστη ἐξομολόγηση. Ἀκοῦτε; τὸ ραδιόφωνο συνεχίζει.

Παρμένο από εδώ:
http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/giannhs_ritsos/h_sonata_toy_selhnofwtos.htm


27/8/11

Ο Υπαρξισμός ως μια ψυχολογική κριτική της «αλλοτροίωσης»


Το παρακάτω άρθρο είναι γραμμένο από την Γεωργία, μέλος της Ηρακλειώτικης Λέσχης Ανάγνωσης 'Φυλλομετρήματα', στην τελευταία συνάντηση της οποίας συζητήθηκε η όλη φιλοσοφία του Υπαρξισμού και ένας από τους κύριους αντιπροσώπους της, ο Albert Camus. Ευχαριστούμε πολύ την Γεωργία για την πρόταση της συζήτησης αυτής και τη συγγραφή του ακόλουθου διαφωτιστικού κειμένου. Για οποιαδήποτε διευκρίνηση ή επικοινωνία, η Γεωργία παραθέτει την διεύθυνση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της στο τέλος του κειμένου, όπου μπορούν να γραφούν και σχόλια. 

___________________________

            
     Πέρα από τις αντικειμενικές, επιστημονικές και τεχνολογικές, βεβαιότητες καθώς και τις επιβεβλημένες τακτικές που η πρώτη βιομηχανική επανάσταση προσπαθούσε να εγκαθιδρύσει στην  Ευρώπη τον 19ο αι. ορθώνεται το πνεύμα του Υπαρξισμού που προβάλλει τον υποκειμενισμό της ζωής για την κατανόηση και τη μετατροπή του κόσμου. Έτσι, οι υπαρξιστές φιλόσοφοι, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνονται  S.Kierkegaard -και σε μια πλατύτερη έννοια- ο F.Nietzsche, επιμένουν στον υποκεμενικό χαρακτήρα της ζωής δηλ. στις ανθρώπινες δοξασίες, σε καταστάσεις όπως η ελευθερία, η αυθεντικότητα, το παράλογο και σε συναισθήματα όπως ο πόνος, η αγωνία, η μεταμέλεια κ.α. 

   Κυρίως ο S.Kierkegaard (1813-1855), που θεωρείται ο ιστορικός γενάρχης των υπαρξιστών, καθώς και ο F.Nietzsche κριτικάρουν τις αντικειμενικές αλήθειες της επιστήμης και των μαθηματικών γιατί κατά την άποψη τους αυτές παραμένουν πολύ απόμακρες και αδυνατούν να συλλάβουν την υποκειμενική εμπειρία. Για τον λόγο αυτό , οι ίδιοι επικεντρώνονται στον αγώνα του ανθρώπου να οριοθετήσει την α-νόητη ζωή του με την άσκηση της ελεύθερης βούλησης στο πεδίο των αξιών και των δοξασιών. Με τον τρόπο αυτό ο άνθρωπος ανακτά την προσωπική του ταυτότητα και την ικανότητα να επιβάλλει τις επιλογές του για να αλλάξει τον κόσμο. 

   Αντιλαμβάνομαστε ότι ο Υπαρξισμός ωριμάζει στην φιλοσοφική σκέψη και αργότερα στην λογοτεχνική έκφραση με την πρόθεση μιας δυναμικής και δημιουργικής στάσης του ατόμου (individuality) απέναντι στον κόσμο που μπορεί να μεταβάλλει σύμφωνα με τις επιθυμίες και τις επιλογές του. Ενώ, αντίθετα, ο εξωτερικός κόσμος χαρακτηρίζεται από την μηχανική έκφραση ενός νοήματος που ελλείπεται δημιουργικότητας και συχνά παραμένει καταπιεστικός και ακατανόητος.

   Το κίνημα του Υπαρξισμού αναπτύσσει εμφανώς την πρώτη –κάπως αδέξια- κριτική της «αλλοτροιωμένης» προσωπικότητας  στην πρωτο-βιομηχανική εποχή σχεδόν παράλληλα με το συστηματικό έργο του Κ.Μarx. Αυτό δηλώνεται ιδιαίτερα στο έργο του G.Marcel (1889-1973) , δραματουργό και φιλόσοφο, ο οποίος διατυπώνει την έκφραση της «μεταφυσικής αλλοτροίωσης» ως συνθήκη του μοντέρνου ανθρώπου. Ειδικότερα, ο G.Marcel θεωρεί ότι ο άνθρωπος αναζητά την αρμονία που αποτελεί τον τελικό στόχο της μεταβλητής και αβέβαιης ζωής του. Για να πετύχει τον στόχο του, προτείνει ο Marcel, ο άνθρωπος πρέπει να καλλιεργήσει τον «δευτερογενή στοχασμό» που χαρακτηρίζεται απο την «διαλογική» (σε αντίθεση με τη «διαλεκτική») σχέση του ατόμου με το περιβάλλον και τους άλλους ανθρώπους ,μια στάση που συνοδεύεται απο την κατάσταση της απορίας και της έκπληξης ως βασική φιλοσοφική και ερευνητική διάθεση. Για τον Marcel το ενέργημα της φιλοσοφίας ήταν πράγματι μια συγκεκριμένη δραστηριότητα που επιτρέπει στο αισθητηριακό υποκείμενο να ενσωματωθεί, μέσω της ανοιχτής «διαλογικής» σχέσης, στον κόσμο. Αντίθετα ο γάλλος στοχαστής απορρίπτει τον «πρωτογενή στοχασμό» που χαρακτηρίζεται απο τις πληροφορίες που περιέχονται στη επιστημονική και τεχνολογική γνώση εφόσον θεωρούνται ασυμβίβαστες και δυναστικές στην ανθρώπινη φύση.

  Αργότερα, κατά τη περίοδο που ξεκινά με τον 2ου Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Υπαρξισμός αποκτά πλέον την συμπαγή και αδιαφιλονίκητη μορφή του στα έργα των Μ. Heidegger, J-P. Sartre και Α.Camus.Oι προαναφερόμενοι παρουσιάζουν συγκλίσεις και αποκλίσεις στα έργα τους όσον αφορά την ενασχόληση τους με τη φιλοσοφική θεώρηση της ύπαρξης. Ο Α.Camus συνδιάζει την έννοια της αλλοτροίωσης με την αίσθηση του παράλογου σε ένα κόσμο επιβεβλημένων αξιών και νόμων. Στον Μύθο του Σίσυφου (1942) ο Camus ανατρέχει στον μύθο του τιμωρημένου θνητού για την εξέγερση του ενάντια στον θεϊκό νόμο.Στο κείμενο αυτό το παράλογο εμφανίζεται σαν μια κατάσταση αλλοτρίωσης του ατόμου σε ένα κόσμο που υπάγεται τον επιβεβλημένο θεϊκό νόμο και αργότερα σαν τη πράξη εξέγερσης του ανθρώπου ενάντια στον αρχικό επιβεβλημένο παραλογισμό. Καταλήγει, συνεπώς, ώστε το παράλογο να αποτελεί τη μόνη δικαιολογημένη πράξη εξέγερσης του ανθρώπου ενάντια σε νόμους που επίσης έχουν θεσπιστεί και επιβληθεί με παρόμοιο τρόπο και αποτελούν την αιτία της αλλοτροίωσης του στον κόσμο. 

     Επανέρχεται κατά συνέπεια για τους εκπρόσωπους του Υπαρξισμού η κριτική της αλλοτρίωσης στην οποία αποδίδουν τα ψυχολογικά κριτήρια του ατόμου εντός της πρωτο-βιομηχανικής κοινωνίας και ενάντια στα στεγανά της αβέβαιης επιστημονικής και τεχνολογικής γνώσης που συμβαδίζει με την βιομηχανική εξέλιξη. Σε αντίθεση λοιπόν, με την κατάσταση της αλλοτρίωσης ο Υπαρξισμός προτείνει την δημιουργική βούληση του ατόμου που δύναται να μετατρέψει μέσω της ενεργής του συμμετοχής στο περιβάλλον και στις κοινωνικές συνθήκες –ή όπως προτείνει ο Camus μέσω της δικής του αναγκαίας εξέγερσης- τη ζωή του και τον κόσμο σε πεδίο αληθινών αξιών και αυθεντικής ταυτότητας .                                                                      
 Giorgia Itaca , 
e-mail : giorgiaphil@gmail.com

12/8/11

Albert Camus: Ο μύθος του Σίσυφου

Α. Camus – Ο μύθος του Σίσυφου – http://www.projethomere.com

Η τέχνη του ζην στον Δημόκριτο και στον Επίκουρο

Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι επικεντρώνονται στη μελέτη της δομής και τρόπο δημιουργίας του κόσμου. Η ενασχόληση τους δε σχετίζεται με την ηθική διαγωγή του ανθρώπου μέσα σε μια κοινωνική ομάδα, αλλά με την άρση των δεισιδαιμονιών και των προκαταλήψεων που είχαν καλλιεργήσει οι μύθοι. Ένας μύθος δεν ανταποκρίνεται μόνο σε προβληματισμούς κοσμολογικής ή θεολογικής φύσεως, αλλά και ηθικής.

Ο μύθος κλονίζεται ήδη από τον 6ο αιώνα π. Χ. και δίνει πρωτοκαθεδρία του στο Λόγο. Οι δεισιδαιμονίες κι ο μυστικισμός επισκιάζονται από το Λόγο, και αφού δίνονται ικανοποιητικές απαντήσεις για την υφή και τη δομή του κόσμου, ώστε οι φόβοι να υποχωρήσουν, είναι επιτέλους το έδαφος πρόσφορο να αναπτυχθεί η ηθική ως ιδιαίτερος τομέας της φιλοσοφίας, με αποτέλεσμα να τεθούν προς συζήτηση οι εξής προβληματισμοί, δηλαδή το τί καθορίζει την ηθική συμπεριφορά του ατόμου, ποια είναι η σωστή διαπαιδαγώγηση των πολιτών, ποιο πολίτευμα είναι προτιμότερο, ποια είναι η σημασία των νόμων κατά τη διάρκεια του 5ου αιώνα π. Χ(Κάλφας Β.& Ζωγραφίδης Γ. 2006:87) .

Σταδιακά από το πολιτικοκοινωνικό πλαίσιο στο οποίο καλλιεργείται η φιλοσοφία, δηλαδή τον ιωνικό κόσμο, μεταφέρεται στο επίκεντρο του ελλαδικού χώρου, στην Αθήνα με τον Αναξαγόρα. Συγχρόνως αναπτύσσεται και το πολίτευμα της δημοκρατίας. Το κάθε άτομο είναι πια μέλος μίας ευρύτερης κοινωνικής ομάδας με ηθική υποχρέωση να συμμετέχει ενεργά στο πολιτικοκοινωνικό γίγνεσθαι και να λαμβάνει αποφάσεις για ζητήματα, τα οποία τον απασχολούσαν άμεσα στην καθημερινότητα του. Ο Σωκράτης είναι ο πρώτος Αθηναίος πολίτης, ο οποίος στρέφεται προς τη φροντίδα του εαυτού και θέτει τα πρώτα θεμέλια της ηθικής, η οποία υπακούει στο Λόγο, μέσα από τις συζητήσεις του με τους Σοφιστές.

Σύμφωνα με τους Σοφιστές, οι κάθε λογής αξίες, οι οποίες απαρτίζουν μία ηθική, είναι σχετικές, αφού απορρέουν από την κοινωνική ζωή, και όχι από τη φύση. Ο Σωκράτης ισχυρίζεται ότι η αρετή είναι γνώση και μπορεί να διδαχθεί, και ένας άνθρωπος θα μπορούσε να βλάψει έναν συνάνθρωπό του μόνο από άγνοια. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η άρση της σχετικότητας των ηθικών αξιών και καθιερώνεται ο Λόγος ως κριτήριο αξιοπιστίας της γνώσης και θεμέλιο του ηθικού βίου(Παπανούτσος 1995:42-43) Ο πρώτος προσωκρατικός φιλόσοφος, ο οποίος συσχετίζει την κοσμολογία και τη θεολογία με έναν ιδιαίτερο τρόπο ζωής ήταν ο Πυθαγόρας. Ωστόσο, τα μυστικιστικά και μη ορθολογικά στοιχεία, δεν έχουν παραλειφθεί από τον τρόπο σκέψης και ζωής του σοφού θρησκευτικού ηγέτη και της αυστηρώς ιεραρχημένης ομάδας του.

Ο Δημόκριτος, αν και συγκαταλέγεται στους προσωκρατικούς φιλοσόφους, είναι σύγχρονος του Σωκράτη, και παραδίδει στους μεταγενέστερους φιλοσόφους έκτος από μία ολοκληρωμένη θεωρία για τη δομή και τη δημιουργία του κόσμου, τα γνωμικά του για τη διαγωγή του καλύτερου δυνατού και υποφερτού βίου. Σύμφωνα με το Δημόκριτο, η ψυχική γαλήνη αποτελεί τον απώτερο σκοπό κάθε δραστηριότητας του ανθρώπου. Για να επιτευχθεί η ψυχική γαλήνη, ο άνθρωπος δεν πρέπει ούτε να είναι πολυάσχολος ούτε να επιδιώκει όσα υπερβαίνουν τις δυνατότητες του.Η ψυχική γαλήνη διαταράσσεται όταν δεν ζούμε σύμφωνα με μέτρο και ισορροπία. Η στέρηση και η υπεραφθονία πνευματικών και σωματικών αγαθών προκαλούν έντονες κινήσεις στη ψυχή με αποτέλεσμα οι ψυχές να μην χαρακτηρίζονται από ευστάθεια και γαλήνη.

Η ευτυχία και η δυστυχία αποτελούν ιδιότητες της ψυχής. Η ευτυχία μπορεί να επιτευχθεί μόνο όταν επικρατεί γαλήνη στη ψυχή και διάγουμε μια αρμονική ζωή, η οποία θα χαρακτηρίζεται από αρετή, φρόνηση και σωφροσύνη. Η δυστυχία πηγάζει από την ένταση της ψυχής, η οποία προκαλείται από φθόνο, πλεονεξία και ματαιοδοξία. Δηλαδή όταν επιδιώκουμε την απόκτηση πνευματικών και υλικών αγαθών χωρίς να έχουμε τη δυνατότητα να τα οικειοποιηθούμε, προκαλείται δυσαρμονία στη ψυχή, αλλά και δυσάρεστα συναισθήματα. Ο Δημόκριτος υποστηρίζει ότι εάν δεν επιθυμούμε πολλά αγαθά τότε μόνο θα μπορούμε να εκτιμήσουμε ό,τι έχουμε ήδη αποκτήσει με κόπο και να ζήσουμε αυτάρκεις.

Εξάλλου, σύμφωνα με το συγκεκριμένο φιλόσοφο, η πλεονεξία μας οδηγεί να χάνουμε και ό,τι ήδη έχουμε αποκτήσει. Πρέπει να διάγουμε μια ευχάριστη και ενάρετη ζωή. Μπορούμε να γίνουμε ενάρετοι με τη συνεχή άσκηση και την επιμέλεια του εαυτού μας. Για το Δημόκριτο, η αρετή και η φιλαλήθεια συνταυτίζονται. Ο ενάρετος άνθρωπος δε φλυαρεί και παραμένει ο εαυτός του σε όλες τις περιστάσεις. Η εναρμόνιση βίου και βιοθεωρίας αποτελεί καίριο σημείο για την επίτευξη μιας ισορροπημένης ζωής. Εξάλλου, ο Δημόκριτος ισχυρίζεται ότι αξιοθαύμαστα πρέπει να είναι έργα και οι πράξεις της αρετής, και όχι τα λόγια. Η ορθή κρίση πρέπει να οδηγεί την πράξη μας ,γιατί μόνο τότε μπορούμε πράξουμε το ενάρετο, το οποίο πηγάζει από το Λόγο, με αποτέλεσμα να έχουμε κοινή αντίληψη γι' αυτό. Σύμφωνα με το Δημόκριτο, όπως και για τον Πλάτωνα, δικαιοσύνη είναι να πράττει κανείς αυτά για τα οποία είναι ταγμένος να πράττει.

Η ενάρετη πράξη πηγάζει από το Λόγο και και την εκτελούμε ανεξάρτητα από τις συνθήκες, και όχι από το φόβο της τιμωρίας σε περίπτωση είτε μη εκτέλεσης της είτε εκτέλεσης μίας άδικης πράξης. Μόνο όταν πράττουμε κατά αυτόν τον τρόπο η ζωή μας χαρακτηρίζεται από ψυχική γαλήνη, δικαιοσύνη και θάρρος. Γιατί η καλοσύνη δεν φανερώνεται από το να μην μπορούμε να προκαλέσουμε προβλήματα στον άλλον, αλλά και να μην το θέλουμε. Ο Δημόκριτος υποστηρίζει ότι πρέπει πάντα να υπερασπιζόμαστε τους αδικημένους και να αφανίζουμε με κάθε τρόπο όσους βλάπτουν είτε το συνάνθρωπο τους είτε το ευρύ κοινωνικό σύνολο, όπως οι ληστές και οι πειρατές. Η φιλία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή ενός ανθρώπου.

Σύμφωνα με το Δημόκριτο, δεν αξίζει να ζει όποιος δεν έχει έστω και έναν καλό φίλο, καθώς επίσης η φιλία έστω και ενός συνετού φίλου αξίζει περισσότερο από ό,τι η φιλία όλων όσων ζουν χωρίς φρόνηση. Επίσης, όποιος δεν μπορεί να αποκτήσει φίλους φανερώνει δύστροπο και ιδιότροπο χαρακτήρα. Ακόμα ο Δημόκριτος ισχυρίζεται ότι ένας φίλος δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί σε περίπτωση που χάσει την περιουσία του, γιατί κριτήριο δημιουργίας μιας φιλίας δεν αποτελεί η ικανοποίηση ενός προσωπικού συμφέροντος, αλλά ο ομοϊδεατισμός. Αντιθέτως, ο ενάρετος φίλος συμμετέχει στην ευτυχία μας, εάν τον καλέσουμε, αλλά σε δυσμενείς στιγμές συμπαραστέκεται με δική του πρωτοβουλία.

Το να μην μπορούμε να βοηθήσουμε το φίλο μας φανερώνει ότι έχουμε περιέλθει σε δύσκολη θέση, αλλά το να μη θέλουμε να του συμπαρασταθούμε δηλώνει στάση μνησικακίας. Ο ενάρετος φίλος είναι ευεργετεί αυθόρμητα χωρίς να αποσκοπεί σε ιδιοτελές συμφέρον του. Οι άνθρωποι χωρίς φρόνηση αποστρέφονται τη ζωή, θέλουν ωστόσο να ζουν, διότι φοβούνται το θάνατο, αγνοώντας ότι η ανθρώπινη φύση υπόκειται σε διάλυση μετά το θάνατο. Έτσι ζουν χωρίς να απολαμβάνουν τη ζωή τους αλλά δημιουργώντας μύθους για το θάνατο για να μπορέσουν να απαλύνουν τους φόβους του. Σύμφωνα με το Δημόκριτο ο κόσμος παραλληλίζεται με μία θεατρική σκηνή και η ζωή δεν αποτελεί παρά ένα πέρασμα από αυτήν, γι' αυτό θα πρέπει να χαιρόμαστε τη ζωή μας με όλες τις αισθήσεις μας όσο ζούμε, και όχι να να αλωνόμαστε σε παράλογους φόβους.

Κατά την περίοδο των ελληνιστικών χρόνων κυριάρχησαν φιλοσοφικά ρεύματα, των οποίων την απαρχή αποτελεί η διδασκαλία του Σωκράτη, ο οποίος προκαλεί το θαυμασμό στους νέους διανοούμενους πολλά χρόνια μετά το θάνατο του. Ήδη από τα πρώτα χρόνια των ελληνιστικών χρόνων, το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο της εποχής επηρεάζει καταλυτικά την την ιδιωτική ζωή των υπηκόων της αχανούς αυτοκρατορίας του Αλεξάνδρου. Η δημοκρατία καταλύεται και επικρατεί το πολίτευμα της μοναρχίας. Ο πολίτης της αθηναϊκής δημοκρατίας μετατρέπεται σε έναν απλό υπήκοο της αυτοκρατορίας, αποκλεισμένος από κάθε κέντρο λήψης αποφάσεων. Ο λαός αισθάνεται ανασφάλεια, απομόνωση και μελαγχολία με αποτέλεσμα να ιδρυθούν φιλοσοφικές σχολές για να απαλύνουν τη μελαγχολία του λαού, δίνοντας απαντήσεις σε πρακτικά καθημερινά προβλήματα και δίνοντας συμβουλές για έναν τρόπο ζωής που θα αποφέρει γαλήνη στη ψυχή.

 Οι φιλοσοφικές σχολές, οι οποίες κυριαρχούν εκείνη την περίοδο ήταν ο επικουρισμός και ο στωικισμός, αλλά σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν στη πνευματική ζωή ο σκεπτικισμός, η μέση και η νέα Ακαδημία, το Λύκειο, και ο κυνισμός. Ο Επίκουρος ήταν βαθιά επηρεασμένος όχι μόνο από το Σωκράτη, αλλά και από το Δημόκριτο, και αυτό φανερώνεται στο συνολικό του έργο . Σύμφωνα και με τον Επίκουρο, όπως και με το Δημόκριτο, η γαλήνη της ψυχής, την οποία ο πρώτος την αποκαλεί αταραξία, και η ευεξία του σώματος αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις για την επίτευξη μιας ευτυχούς και αρμονικής ζωής.

Ο Επίκουρος υποστηρίζει ότι όποιος επιτύχει τη ψυχική γαλήνη δεν προκαλεί προβλήματα ούτε στον εαυτό του ούτε στους άλλους. Για να επιτευχθεί η ψυχική γαλήνη θα πρέπει να αρκούμαστε σε ό,τι έχουμε για να μπορούμε όχι να περιοριζόμαστε στα λίγα, αλλά όταν μας υπολείπεται ένα πνευματικό ή υλικό αγαθό να μπορούμε να είμαστε αυτάρκεις χωρίς να μας προξενείται κανενός είδους δυσαρέσκεια. Εξάλλου, τα φυσικά και αναγκαία αγαθά μπορούμε να τα αποκτούμε εύκολα, αλλά το περιττό δύσκολα. Συγκεκριμένα, η ταραχή της ψυχής προκαλείται από την απόκτηση πλούτου, κάθε είδους εξουσίας και τιμών στη διαρκή προσπάθεια διατήρησης του, αφού είναι αγαθά που δύσκολα αποκτούνται και εύκολα χάνονται. Ο Επίκουρος υποστηρίζει ότι η ηδονή αποτελεί την αρχή και τον σκοπό μιας ζωής που κυριαρχείται από αταραξία και ευτυχία, διότι η ίδια η φύση μας την αποζητάει ώστε να επιλέγουμε ό,τι μας προκαλεί ευχαρίστηση και να αποφεύγουμε ό,τι μας προξενεί δυσαρέσκεια.

Η ηδονή αποτελεί το υπέρτατο αγαθό για τον άνθρωπο, ο οποίος αποφεύγει τον πόνο σαν το μεγαλύτερο κακό. Ο Επίκουρος διαχωρίζει τον πόνο σε σωματικό και ψυχικό. Ο σωματικός πόνος δεν παραμένει μόνιμα. Μπορεί να είναι οξύτατος, αλλά διαρκεί λίγο.(Επίκουρου Κύρια Δόξα 4) Ο ψυχικός πόνος αφορά όλα τα δυσάρεστα, τα οποία προκαλούνται σε κάθε χρονική στιγμή. Η ηδονή συνδέεται με τις επιθυμίες, τις οποίες ο Επίκουρος διαχωρίζει σε φυσικές και αναγκαίες, σε φυσικές αλλά μη αναγκαίες και τέλος σε μη φυσικές και μη αναγκαίες. Οι τελευταίες εκπορεύονται από κενές ιδέες, από μια ανθρώπινη τάση προς τη ματαιοδοξία και τη κενοδοξία.

Οι φυσικές και αναγκαίες επιθυμίες πραγματοποιούνται εύκολα, διότι η ίδια η φύση είναι αυτάρκης και μπορεί να μας προσφέρει όλα τα αγαθά εκείνα που μας είναι απαραίτητα. Δεν επιλέγουμε κάθε ηδονή αδιακρίτως, αλλά απορρίπτουμε τις ηδονές, οι οποίες προκαλούν δυσάρεστα αποτελέσματα, όπως οι αισθησιακές ηδονές, δηλαδή η ασωτία. Ο Επίκουρος ορίζει ως όριο της ηδονής, την εξάλειψη του πόνου(Επικ. Κύρια Δόξα 3). Η ηδονή κυριαρχεί, όταν απουσιάζει ο σωματικός πόνος και η λύπη από τη ψυχή. Ο φιλόσοφος προβαίνει σε άλλη μια σημαντική διάκριση τη σαρκική και την πνευματική. Η σαρκική ηδονή αλλάζει μορφές συνεχώς, δηλαδή πρέπει να ικανοποιούμε συνεχώς τις βιολογικές μας ανάγκες. Η πνευματική ηδονή πραγματοποιείται με τη βοήθεια της λογικής και την απαλλαγή από φόβους και προκαταλήψεις. Σκοπό πάντα της ικανοποίησης των ηδονών αποτελούν η αταραξία του σώματος και η απονία του σώματος, οι οποίες χαρακτηρίζονται ως στατικές ηδονές, διότι αφορούν σταθερές καταστάσεις της ψυχής.

Η χαρά και η ευφροσύνη θεωρούνται ως ενεργές ηδονές,δηλαδή χαρακτηρίζονται σε συνεχή κίνηση. Σύμφωνα με τον Επίκουρο, η δικαιοσύνη δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα κοινωνικό συμβόλαιο, η οποία υπαγορεύει οι άνθρωποι να μη βλάπτουν και να μη βλάπτονται. Το δίκαιο και το άδικο αποτελούν κοινωνικές συμβάσεις, δηλαδή ορίζονται από τον ευρύ κοινωνικό σύνολο, το οποίο συμφωνεί στο τι το ευεργετεί και τι τον βλάπτει. Επίσης, ο Επίκουρος ισχυρίζεται ό,τι μία αδικία καθαυτή δε βλάπτει απαραίτητα, αλλά ταράζει τη ψυχική γαλήνη του ατόμου που τη διαπράττει, αφού ζει με το φόβο της αποκάλυψης και της τιμωρίας του. Εξάλλου δεν είναι καθόλου εύκολο να διάγει μια αρμονική και μακάρια ζωή όποιος καταπατά τις συνθήκες της κοινής ειρήνης που επιβάλλει το κοινωνικό συμβόλαιο. Αντίθετα ο δίκαιος είναι ο πιο ατάραχος άνθρωπος.

 Η απόκτηση μίας αληθινής φιλίας αποτελεί προϋπόθεση ενός ευτυχισμένου βίου. Η σοφία και η φιλία αποκαλύπτουν την ανωτερότητα του πνεύματος ενός ανθρώπου, ο οποίος κατορθώνει να ζήσει μια συνετή και ευτυχή ζωή. Συγκεκριμένα, ο Επίκουρος πρεσβεύει ότι απ' όλα όσα προσφέρει η σοφία, το πιο σημαντικό είναι η φιλία. Μάλιστα η σοφία αποτελεί ένα θνητό αγαθό, αντίθετα η φιλία αθάνατο σύμφωνα με τον φιλόσοφο. Η φιλία από μόνη της αποτελεί μία αρετή, και ας το αρχικό της κίνητρο είναι η ωφέλεια. Ωστόσο ο φίλος δεν μπορεί να επιδιώκει συνεχώς οφέλη από μία φιλία, διότι με αυτόν τον τρόπο η φιλία βασίζεται αποκλειστικά στην ιδιοτέλεια και αποσκοπεί στην επίτευξη προσωπικού συμφέροντος. Από την άλλη βέβαια το όφελος πρέπει να συνδέεται με μέτρο με τη φιλία ώστε να τρέφεται η ελπίδα για τη διαχρονικότητα και την αυθεντικότητα μίας φιλίας. Η φιλία αποτελεί στην φιλοσοφία του Επίκουρου έναν τρόπο διαπαιδαγώγησης.

Ο Επίκουρος συχνά έγραφε επιστολές στους φίλους του είτε με παροτρύνσεις για μια ενάρετη και ατάραχη ζωή, όπως η επιστολή προς Μενοικέα, είτε σχετικά με τη διδασκαλία περί της αρχής και δομής του κόσμου, όπως η επιστολή προς Πυθοκλή. Στον Κήπο οι οπαδοί της διδασκαλίας του Επίκουρου, συνδέονταν με δεσμούς άρρηκτης φιλίας και βαθιάς συντροφικότητας. Τέλος, ο πυρήνας της διδασκαλίας του Επίκουρου επικεντρώνεται στην τετραφάρμακο, η οποία περιλαμβάνει γνωμικά, τα οποία εκφράζουν συνοπτικά τις κύριες θέσεις του φιλοσόφου με σκοπό να ακολουθήσουμε μια ατάραχη ζωή με όσο το δυνατόν λιγότερο πόνο. Συγκεκριμένα, η τετραφάρμακος αποτελείται από τις εξής προτάσεις:

α) Ο θεός δεν είναι επίφοβος. Ο θεός είναι ένα μακάριο και άφθαρτο ον, το οποίο ούτε αντιμετωπίζει προβλήματα ούτε τα προκαλεί στους ανθρώπους.(Επίκουρου Επιστολή προς Μενοικέα 123-124) Οι άνθρωποι συνηθίζουν να αποδίδουν στους θεούς χαρακτηριστικά ανθρωπομορφικά, διότι το διαφορετικό τους φαίνεται ξένο, εχθρικό και με αυτό τον τρόπο τους φαίνονται πιο οικείοι. Συγχρόνως, ο Επίκουρος απορρίπτει τη Θεία Πρόνοια των Στωικών, αλλά υπαγορεύει ότι οι θεοί δεν επεμβαίνουν στην εγκόσμια ζωή και με αυτό τον τρόπο νοηματοδοτεί την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου. Ο άνθρωπος μπορεί να αποφασίσει για τη ζωή του, να δράσει ανάλογα με τις πεποιθήσεις του και να επιλέγει ελύθερα τον τρόπο ζωής που θέλει να ακολουθήσει. Σύμφωνα με τον Επίκουρο, ο θάνατος σημαίνει στέρηση κάθε αίσθησης, αφού η ψυχή αποτελείται από μικρά σωματίδια, τα άτομα, τα οποία διαλύονται. Οπότε ο θάνατος δε σχετίζεται με τους ζωντανούς, αφού για αυτούς δεν υπάρχει, αλλά ούτε και με τους νεκρούς, αφού δεν υπάρχουν πια.(Επίκουρου Επιστολή προς Μενοικέα).

Οι πολλοί άνθρωποι είτε φοβούνται το θάνατο σαν καμιά συμφορά είτε τον επιδιώκουν για να λυτρωθούν από τις δυσκολίες της ζωής. Όμως ο σοφός ούτε αποστρέφεται τη ζωή ούτε φοβάται την ανυπαρξία, αλλά ζει όσο πιο ευχάριστα χωρίς να φοβάται το θάνατο. Προτιμάει, δηλαδή, να ζήσει όχι τη διαρκέστερη αλλά την ευτυχέστερη ζωή. Ο Επίκουρος απορρίπτει τη μεταθανάτια ζωή, αλλά και τη μετενσάρκωση και παρότρυνε τους ανθρώπους να μην αναβάλουν τίποτα για το μέλλον, γιατί στο τέλος θα χαθούν και θα αργοπεθαίνουν μες τις έγνοιες.

β) Ο θάνατος δεν προκαλεί ανησυχία.

γ) Το καλό αποκτάται εύκολα.

δ) Το κακό αντέχεται εύκολα.Όποιος ακολουθεί τα γνωμικά της τετραφαρμάκου, μπορεί να διάγει μία ζωή ατάραχη και με όσο το δυνατόν λιγότερο πόνο.

 Απόσπασμα από την πτυχιακή εργασία: Κοσμολογία, Θεολογία και Ηθική στο Δημόκριτο και τον Επίκουρο, επιβλέπουσα καθηγήτρια Συλβάνα Χρυσακοπούλου, Ρέθυμνο 2008

Γνωμικά Δημόκριτου:
 Ι. Ο κόσμος είναι ένα θέατρο και η ζωή ένα δράμα:έρχεσαι,βλέπεις και φέυγεις

ΙΙ.Το να αποκτάς χρήματα δεν είναι κακό, αλλά κάκιστο από όλα τα πράγματα είναι το να αποκτάς αυτά από αδικία)

 ΙΙΙ.Ο χειρότερος τρόπος για την ανατροφή των νέων είναι το να τους δίνονται όλες οι ευκολίες.

ΙV.Γιατί η ευκολία γεννά τις ηδονές και από αυτές προέρχεται κάθε κακοήθεια

 V.Ο δούλος των χρημάτων δεν μπορεί να είναι δίκαιος

VI. Η ευτυχία ή η δυστυχία των ανθρώπων δεν εξαρτώνται από την περιουσία ή το χρυσό που διαθέτει. Η ευτυχία ή η δυστυχία του βρίσκονται στην ψυχή του.

VII. Mου φαίνεται πως από κανένα δε θα αγαπηθεί αυτός που δεν αγαπά κανέναν VIII. Πολλοί , ενώ κάνουν τις αισχρότερες πράξεις , μιλούν με πολύ ωραίο τρόπο.

Γνωμικά Επίκουρου:

 I. Το πιο φοβερό από τα κακά, ο θάνατος, δεν είναι τίποτε για εμάς – στον βαθμό που όσο υπάρχουμε, δεν είναι παρών· κι όταν πάλι είναι παρών εκείνος, τότε δεν υπάρχουμε εμείς. Άρα ο θάνατος δεν υπάρχει ούτε για τους ζωντανούς ούτε για τους πεθαμένους – εφόσον για τους πρώτους δεν υπάρχει, ενώ οι άλλοι δεν υπάρχουν πια.

 II. Όριο του μεγέθους των ηδονών είναι η εξάλειψη κάθε πόνου. Όπου είναι παρούσα η ηδονή και για όσο διάστημα είναι παρούσα, δεν υπάρχει τίποτε που να προξενεί πόνο ή λύπη ή και τα δύο μαζί.

 III. Ο δίκαιος άνθρωπος έχει ηρεμία, ενώ ο άδικος είναι γεμάτος ταραχή.

 IV. Στον πόνο των φίλων συμπάσχουμε όχι θρηνώντας αλλά μεριμνώντας γι’ αυτούς.

 V. Φίλος δεν είναι ούτε εκείνος που διαρκώς επιζητεί το χρήσιμο ούτε εκείνος που ποτέ δεν το συνδυάζει με τη φιλία. Γιατί ο ένας, με πρόσχημα την ευεργεσία, εμπορεύεται το αντάλλαγμα, ενώ ο άλλος σκοτώνει την καλή ελπίδα για το μέλλον.

 VI. Η φτώχεια, αν υπολογιστεί με μέτρο τον σκοπό της φύσης, είναι μεγάλος πλούτος• ενώ ο πλούτος που δεν του έχουν τεθεί όρια είναι μεγάλη φτώχεια.

Βιβλιογραφία:

Δημόκριτος, Άπαντα 1, Κάκτος, Αθήνα, 1995 Δημόκριτος, Άπαντα 2, Κάκτος, Αθήνα, 1995

Επίκουρος, Κείμενα:Πηγές της επικούρειας φιλοσοφίας και της τέχνης του ζην, εισ. D.S. Hutchinson, επιμ. Γ. Αβραμίδης, Θεσσαλονίκη, Θύραθεν, 2000 Επίκουρος, Άπαντα, Κάκτος, 1994

Κάλφας Β. και Ζωγραφίδης Γ., Αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, ΙΝΣ, Θεσσαλονίκη, 2006 Festugiere A.J.,

O Eπίκουρος και οι Θεοί του, Θύραθεν, Θεσσαλονίκη, 1999

 Κirk G.S, Raven J.E., Schofield M., Oι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1998

 Κoen A., Άτομα-Ηδονή-Αρετή: Η φιλοσοφία του Επίκουρου, Θύραθεν, Θεσσαλονίκη, 2006

 Vegetti M., Iστορία της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, Τραυλός, Αθήνα, 2003

 Federico En. Και Mazziotti M., Οι Θεωρίες του Δημόκριτου του Αβδηρίτη, Διεθνές Δημοκρίτειο Ίδρυμα, Ξάνθη, 1982

Χρήσιμοι σύνδεσμοι:
 http://www.epicuros.gr/
 http://www.mousa.gr/html/dimokritos.html