18/12/14

Πιστοποιητικά θνητότητας του Γ.Χ. Θεοχάρη


 

Ο Γιώργος Χ. Θεοχάρης γεννήθηκε το 1951 στη Δεσφίνα της Φωκίδας. Από το 1965 διαμένει στην Αντίκυρα Βοιωτίας. Ο Γ.Χ. Θεοχάρης διευθύνει το λογοτεχνικό περιοδικό «Εμβόλιμον» στα Άσπρα Σπίτια Βοιωτίας. Ποιήματά του δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά και μεταφράστηκαν στα γαλλικά, αγγλικά και ισπανικά. Δημοσιεύει επίσης δοκιμιακά σημειώματα και κείμενα λογοτεχνικής κριτικής. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.

 Έργα του:
«Πτωχόν μετάλλευμα», έκδοση του περιοδικού
«Εμβόλιμον», Άσπρα Σπίτια, 1990
«Αμειψισπορά» , Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Λεβαδείας, Λειβαδιά, 1996
«Ενθύμιον», Καστανιώτης, Αθήνα, 2004

«Από μνήμης», Μελάνι, 2010
«Δίστομο, 10 Ιουνίου 1944: το ολοκαύτωμα», Σύγχρονη Έκφραση, Αθήνα, 2010


Πηγή: BiblioNet

 
 Πιστοποιητικά θνητότητας (1970-2010), ποίηση, Γιώργος Χ. Θεοχάρης, εκδόσεις Σύγχρονη Έκφραση 2014
Τα έργα στις διαχωριστικές σελίδες των κεφαλαίων ανήκουν στον ζωγράφο Σπύρο Κουρσάρη.

Τα «Πιστοποιητικά θνητότητας» (1970-2010) αποτελούν μία συγκεντρωτική έκδοση ποιημάτων του Γ.Χ. Θεοχάρη. Ο ποιητής, καθώς είναι επιδέξιος και δεκτικός στις επιρροές  της παραδοσιακής και σύγχρονης γραφής, δημιουργεί έναν πρωτοποριακό ποιητικό λόγο με ανακατεμένες ψηφίδες παλαιών και μοντέρνων στοιχείων. «Συνδιαλέγεται» ακόμη με διάφορους ποιητές, όπως είναι ο Καβάφης, ο Σεφέρης, ο Καββαδίας, ο Κακναβάτος, ο Γκανάς 

Πρόκειται για μία ποίηση που γεννιέται σε ανοιχτούς και ελεύθερους χώρους στην ύπαιθρο ή στην πόλη, καθώς επίσης εντός των «τειχών». Φαίνεται πως ο ποιητής δεν εμπνέεται μόνο από τα κύρια συστατικά της ποίησης: έρωτας και θάνατος, αλλά και από τους μικρούς και μεγάλους αγώνες της καθημερινής ζωής, όπως από εκείνους του εργάτη, του φοιτητή του Πολυτεχνείου, της  Μάνας. Κατορθώνει μία κάπως πεζή και επαναλαμβανόμενη καθημερινότητα να την μετουσιώνει σε ποίηση. Στην περίπτωση του Γ.Χ. Θεοχάρη, ο λυρισμός δεν υπονομεύει τον κοινωνικό προβληματισμό, και αντίστροφα.

Άλλοτε σύντομος και περιεκτικός, άλλοτε μακρύς και αφηγηματικός, ο ποιητικός λόγος του παραμένει λυρικός και βιωματικός στο πέρασμα των χρόνωνΆλλο ένα βασικό χαρακτηριστικό της ποιητικής του Γ.Χ. Θεοχάρη αποτελεί η πολυμορφικότητα των ποιητικών συλλογών. Ο ομοιοκατάληκτος στίχος συνυπάρχει με τον ελεύθερο στίχο, το πεζό ποίημα με το λυρικό αφήγημα, τα ολιγόστιχα αλληγορικά αποφθέγματα με τα πολύστιχα πεζόμορφα ποιήματα. Επιπλέον, η ποιητική του γλώσσα ενσωματώνει ξένες λέξεις χωρίς να φοβάται την γλωσσική αλλοίωση, απαθανατίζοντας έτσι το μεταίχμιο μίας αντιφατικής εποχής (βλ. σελ. 102-103).

Διαβάζοντας τον ποιητή της Μνήμης, το ποιητικό Εγώ, συγκεκριμένο και μερικές φορές χωροχρονικά ορισμένο, γίνεται οικουμενικό. Υπερβαίνει τα σύνορα του Εγώ και του ελλαδικού τοπίου. Και ίσως αυτό  είναι το τελικό ζητούμενο της ποίησης, η υπέρβαση των στενών ορίων ενός προσωπικού βιώματος με πενιχρά μέσα: τις λέξεις· καθώς το κοινό θα μεταλαμβάνει την αγάπη και τον έρωτα του ποιητή για την Ποίηση. Με τα «Πιστοποιητικά θνητότητας» (1970-2010), ο Γ.Χ. Θεοχάρης με τρυφερότητα και γενναιότητα μεταβαίνει στον κόσμο της Αθανασίας των ομοτέχνων του.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ
Από την ποιητική συλλογή «Πτωχόν μετάλλευμα»

ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ

Μόλις τελειώσει η διαδήλωση
έλα να φύγουμε μαζί.

Πάμε να μάσουμε την άνοιξη
σε δυο μπουκέτα.

Να γίνουμε ένα με τις παπαρούνες 
μ'αυτήνα την ξεδιπλωμένη 
απέραντη
κόκκινη
σημαία της επανάστασης. 

Από την ποιητική συλλογή «Αμειψισπορά»

ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΜΝΗΣΗ

Απ' τη στιγμή
που τον κυρίευσε η απογοήτευση 
πέρασε την υπόλοιπη ζωή του
σε χρόνο υπερσυντέλικο. 


Από τα πρωτόλεια ποιήματα, όπως τα αποκαλεί ο Γ.Χ. Θεοχάρης, παρακάτω παρατίθεται μία αγωνιστική απάντηση νεανικής ορμής στα καβαφικά τείχη. 

ΤΑ ΤΕΙΧΗ

Τούτα τα τείχη που μας κλειούνε
θα τα γκρεμίσουμ' αδερφέ
Τα σιδερένια τα κλουβιά θα ρίξουμε μια μέρα. 
Μ'ακούς;
Θα 'ρθει καιρός που θα ζωστούμε στα ζερβά την 
αγανάκτηση
και θα λυτρώσουμε του δυόσμου 
τη φυλακισμένη μυρωδιά
του κρίνου τη μοσχοβολιά.

Θα ρθεί καιρός που θα φυτρώσει το λιοκόκκαλο
από την ελιά που τρώμε
θα γίνει δέντρο,
θα υψωθεί, 
πάω ψηλά απ΄τα τείχη. 

                                                           23 Μαρτίου 1970
                                                                         Στο Ιντεάλ, οδός Πανεπιστημίου