26/2/11

Αν ζούσε σήμερα η Κατερίνα Γώγου...




Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.
Κ. Καρυωτάκης

Η Κατερίνα Γώγου, γνωστή σε όλους μας από τον ελληνικό κινηματογράφο σαν ένα χαρούμενο και επιπόλαιο κορίτσι που χορεύει σε ξέφρενους ρυθμούς, ήταν ,επίσης, μία σπουδαία ποιήτρια.

Από την ποιητική συλλογή "Τρία κλικ αριστερά", η οποία μεταφράστηκε στ' αγγλικά ("Three clicks left") από τον Jack Hirschman και κυκλοφόρησε στην Αμερική τo 1983, από τις εκδόσεις "Night Horn Books" του San Francisco μέχρι την μεταθανάτια κυκλοφορία των ποιητικών συλλογών "Με λένε Οδύσσεια" και "Νόστος", εκφράζει τη μελαγχολική εώς και νοσηρή πλευρά της ζωής, η οποία ανατρέπεται με το όραμα επανάστασης, για το οποίο αγωνίζεται μέχρι τέλους.

Η Κατερίνα Γώγου αφιερώνεται στη στρατευμένη τέχνη. Τάσσεται υπέρ του τροσκισμού και στο τέλος της ζωής της ασπάζεται την ιδεολογία του αναρχισμού. Η ποίηση και το όνειρο της επανάστασης αποτελούν τη διέξοδό της από τη βάναυση πραγματικότητα. Επιδιώκει να αναδείξει με ωμότητα και ευκρίνεια μέσα από την ποίησή της τις αλλοτριωμένες μορφές των ανθρώπινων σχέσεων και την εκμετάλλευση των ευπαθών κοινωνικών στρωμάτων από τα ισχυρά κοινωνικά στρώματα. Και φυσικά η κοινωνική δύναμη καθορίζεται από την οικονομική.

Η ποιήτρια δεν αποστρέφεται τη μοναξιά, την προδοσία, την απελπισία και την εξαθλίωση, δεν είναι μια ρομαντική ποιήτρια που ονειρεύεται την επανάσταση.

Εμείς εκεί.
Μια ζωή λιγούρια ταξιδεύουμε
την ίδια διαδρομή.
Ξεφτίλα-μοναξιά-απελπισία. Κι ανάποδα.

Αντιθέτως είναι μια "καταραμένη" ποιήτρια που συνομιλεί με πόρνες, ναρκομανείς, μανιοκαταθλιπτικές μητέρες, μετανάστες, άνεργους, άστεγους και ζει μαζί τους.

Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα
γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο
γράφουνε σε συνθηματική γλώσσα
γιατί η δική σας μόνο για γλείψιμο κάνει.
Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα
στα χέρια σας. Στο λαιμό σας.
Οι φίλοι μου...


Η ποίηση της δεν είναι ακαδημαϊκή, δηλαδή μια πνευματική διεργασία, αλλά ένα μέσο αντίστασης και αγώνα. Ο αναγνώστης αισθάνεται την αγωνία, την τελευταία κραυγή, την οδύνη, κάθε κραδασμό του "είναι" της, καθώς ζει σε μια αδηφάγα κοινωνία που όλα τα ανάγει σε κέρδος και ζημία:


Εκείνο που φοβάμαι πιο πολύ
είναι μη γίνω "ποιητής"
Μην κλειστώ στο δωμάτιο
ν' αγναντεύω τη θάλασσα
κι απολησμονήσω.
Μην κλείσουνε τα ράμματα στις φλέβες μου
κι από θολές αναμνήσεις και ειδήσεις της ΕΡΤ
μαυρίζω χαρτιά και πλασάρω απόψεις.

Αν ζούσε σήμερα η Κατερίνα Γώγου θα ήταν η φωνή της αμφισβήτησης που όλοι θα ήθελαν να φιμώσουν. Αλλά δε θα μπορούσαν να το καταφέρουν, γιατί η αλήθεια δε φιμώνεται.

Θα εξέφραζε την αλληλεγγύη της για τους 300 απεργούς πείνας μετανάστες για το δικαίωμά τους για μια αξιοπρεπή ζωή χωρίς φόβο και ανασφάλεια.

Θα ήταν σε όλες τις διαδηλώσεις στην πρώτη -κόκκινη ή μαύρη, δεν έχει σημασία- γραμμή έξω από τη Βουλή ή στην Κερατέα -τι σημασία έχει;- με τη ριζοσπαστική φωνή της να συμβουλεύει:


Η ζωή μας είναι
άσκοπα λαχανητά
σε κανονισμένες απεργίες
ρουφιάνους και περιπολικά.
Γι' αυτό σου λέω.
Την άλλη φορά που θα μας ρίξουνε
να μην την κοπανήσουμε. Να ζυγιαστούμε.
Μην ξεπουλήσουμε φτηνά το τομάρι μας ρε.

Αν ζούσε σήμερα η Κατερίνα Γώγου, θα ήταν κάπου στα Εξάρχεια, όταν ο αστυνομικός πυροβολούσε τον Αλέξη, όπως το κράτος σημαδεύει με όπλο του,την ταξική πολιτική που ακολουθεί για την παιδεία, αποκλείοντας χιλιάδες παιδιά από την αληθινή γνώση και την κριτική ικανότητα, και θα ήξερε καλά πως:

Ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια.
Στο μυαλό είναι ο στόχος.

Αν ζούσε σήμερα η Κατερίναι Γώγου, θα είχε το ίδιο τέλος, γιατί:

Η μοναξιά…
δεν έχει το θλιμένο χρώμα στα μάτια
της συννεφένιας γκόμενας.
Δεν περιφέρεται νωχελικά κι αόριστα
κουνώντας τα γοφιά της στις αίθουσες συναυλιών
και στα παγωμένα μουσεία.
Δεν είναι κίτρινα κάδρα παλαιών «καλών» καιρών
και ναφθαλίνη στα μπαούλα της γιαγιάς
μενεξελιές κορδέλες και ψάθινα πλατύγυρα.
Δεν ανοίγει τα πόδια της με πνιχτά γελάκια
βοϊδίσιο βλέμμα, κοφτούς αναστεναγμούς
κι ασορτί εσώρουχα.
Η μοναξιά.
Έχει το χρώμα των Πακιστανών η μοναξιά
και μετριέται πιάτο-πιάτο
μαζί με τα κομμάτια τους
στον πάτο του φωταγωγού.
Στέκεται υπομονετικά όρθια στην ουρά
Μπουρνάζι – Αγ. Βαρβάρα – Κοκκινιά
Τούμπα – Σταυρούπολη – Καλαμαριά
Κάτω από όλους τους καιρούς
με ιδρωμένο κεφάλι.
Εκσπερματώνει ουρλιάζοντας κατεβάζει μ’ αλυσίδες τα τζάμια
κάνει κατάληψη στα μέσα παραγωγής
βάζει μπουρλότο στην ιδιοχτησία
είναι επισκεπτήριο τις Κυριακές στις φυλακές
ίδιο βήμα στο προαύλιο ποινικοί κι επαναστάτες
πουλιέται κι αγοράζεται λεφτό λεφτό ανάσα ανάσα
στα σκλαβοπάζαρα της γης – εδώ κοντά είναι η Κοτζιά
ξυπνήστε πρωί.
Ξυπνήστε να τη δείτε.
Είναι πουτάνα στα παλιόσπιτα
το γερμανικό νούμερο στους φαντάρους
και τα τελευταία
ατελείωτα χιλιόμετρα ΕΘΝΙΚΗ ΟΔΟΣ-ΚΕΝΤΡΟΝ
στα γατζωμένα κρέατα από τη Βουλγαρία.
Κι όταν σφίγγει το αίμα της και δεν κρατάει άλλο
που ξεπουλάν τη φάρα της
χορεύει στα τραπέζια ξυπόλυτη ζεμπέκικο
κρατώντας στα μπλαβιασμένα χέρια της
ένα καλά ακονισμένο τσεκούρι.
Η μοναξιά
η μοναξιά μας λέω. Για τη δική μας λέω
είναι τσεκούρι στα χέρια μας
που πάνω από τα κεφάλια σας γυρίζει γυρίζει γυρίζει γυρίζει.

Κι όμως αν ζούσε σήμερα...θα μπορούσε ακόμα να ονειρεύεται με τη φίλη της,τη Μαρία, ότι:

Θαρθεί καιρός που θα αλλάξουν τα πράγματα.
Να το θυμάσαι Μαρία.
Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη
-μη βλέπεις εμένα- μην κλαις. Εσύ εισ' η ελπίδα.
Άκου θάρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη
Δε θα υπάρχουνε πόρτες κλειστές
με γυρμένους απέξω
Και τη δουλειά
θα τη διαλέγουμε
δε θάμαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι -σκέψου!- θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες.
Να φυλάξεις μονάχα
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις και έννοιες σαν και αυτές
Απροσάρμοστοι-Καταπίεση-Μοναξιά-Τιμή-Κέρδος-Εξευτελισμός
για το μάθημα της ιστορίας.
Είναι Μαρία -δε θέλω να λέω ψέματα- δύσκολοι καιροί.
Και θαρθούνε κι άλλοι.
Δεν ξέρω -μην περιμένεις και από μένα πολλά-
τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω
κι απ' όσα διάβασα ένα κρατάω μόνο:
"Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος".
Θα την αλλάξουμε τη ζωή!
Παρ' όλα αυτά Μαρία.

Αλλά η Κατερίνα Γώγου δε ζει πια, αφού αυτοκτόνησε με χάπια και αλκοόλ το 1993.



ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

  • Ιδιώνυμο, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1η έκδοση,1980
  • Το ξύλινο παλτό, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1η έκδοση,1982
  • Απόντες, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1η έκδοση,1986
  • Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1η έκδοση,1988
  • Με λένε Οδύσσεια, Εκδόσεις Καστανιώτη, έκδοση,2002
  • Νόστος, Εκδόσεις Καστανιώτη, Επανέκδοση,2004
Σύνδεσμοι:
http://www.sarantakos.com/kibwtos/gogou.htm

1 σχόλιο:

  1. Ό,τι και να προτείνεις, Σωτηρία μου, είναι απλά μοναδικό! Δεν γνώριζα για τη Γώγου, αλλά τώρα μπορώ να πω ότι εμπλούτισες τις εικόνες στο μυαλό μου! Ευχαριστούμε για μια ακόμα καταπληκτική ανάρτηση!

    ΑπάντησηΔιαγραφή