Ένας γέρος που διάβαζε ιστορίες αγάπης... Αυτό που δεν μας λέει ο τίτλος και που απομένει να ανακαλύψουμε μέσα από την αφήγηση του Λουίς Σεπούλβεδα είναι πώς επέλεξε ο Αντόνιο τις ιστορίες αυτές και γιατί. Ζώντας για καιρό μαζί με τους Ινδιάνους Σουάρ μέσα στη δυσπρόσιτη, αλλά κατά κάποιο τρόπο μαγική ζούγκλα του Αμαζόνιου, γίνεται ένα με τη φύση, μαθαίνει να συνυπάρχει αρμονικά με όλους τους κινδύνους της και να εξελίσσει συνεχώς την αντίληψή του για το πώς πρέπει να λειτουργεί ο άνθρωπος μέσα σε αυτό το θείο δώρο που του δόθηκε απλόχερα: τον κόσμο, αυτό το όλο που 'φαινόταν να 'χει όλες τις μορφές και, ταυτόχρονα, να τρέφεται μ´ όλες τους'.
Όταν, όμως, αποδεικνύεται ότι παρόλο που είναι από εκεί, δεν είναι αυθεντικός Σουάρ, αποσύρεται σε ένα μικρό κοντινό χωριό για να αφήσει να κυλήσουν τα χρόνια, να ανακαλύψει ότι ξέρει τελικά να διαβάζει και να βυθιστεί στη χαρά της ανάγνωσης ιστοριών αγάπης, απολαμβάνοντας καθε λέξη, κάθε φράση, ακόμα και όταν δεν μπορεί να κατανοήσει τι είναι επιτέλους αυτό το φλογερό φιλί για το οποίο κάνουν λόγο τόσοι ρομαντικοί συγγραφείς.
Σε έναν άνθρωπο που ακόμα και οι γόνδολες της Βενετίας αποτελούν μυστήριο, η εύρεση ενός άγριου αιλουροειδούς, ενός οσελότου, που κατασπαράζει ανθρώπους στο πέρασμά του είναι 'απλά μαθηματικά'. Ξέρει πώς να παίξει αυτό το παιχνίδι, αυτό της υπερίσχυσης του ισχυρότερου, και πώς να επικοινωνήσει με το ζώο σε ένα μαγικό ανείπωτο διάλογο.
Αυτό το αιλουροειδές είναι το alter ego ενός γερασμένου πολεμιστή της ζούκλας, ενός κυνηγού που ποτέ δεν του άρεσε αυτός ο υποτιμητικός τίτλος. Πληγώνεται το ζώο, πληγώνεται και αυτός· ο πόνος μοιράζεται στα δυο. Είναι ο πόνος μιας χαμένης αγάπης που τους ενώνει μαγικά, αφού και οι δυο έχασαν τους αγαπημένους τους: ο Αντόνιο την Δολόρες και η γάτα τα μικρά της. Στο ζώο αυτό βλέπει ένα γενναίο αντίπαλο, λες και ολάκερη η δύναμη της φύσης εμπεριέχεται σε αυτή τη στικτή γούνα και στην εξυπνάδα των κινήσεών της.
Όταν τελικά νικήσει αυτό το περήφανο ζώο, πράγμα για το οποίο δε νιώθει περήφανος, επιστρέφει με χαρά στην ανάγνωση των ιστοριών αγάπης· το μόνο που τον παρηγορεί και τον απομακρύνει από τις πικρές του αναμνήσεις, καθώς και τη γνώση ότι πάντα θα υπάρχουν 'γκρίνγκος' που θα καταστρέφουν αυτό το θαυμαστό κόσμο, που θα σκοτώνουν αδίστακτα μικρούς οσελότους, προκαλώντας την οργή της μητέρας τους.
Κάπως έτσι τελειώνει το βιβλίο, αφήνοντάς μας να αναλογιζόμαστε αυτό το αχανές παρθένο μέρος, όπου 'την ημέρα υπάρχει ο άνθρωπος και το δάσος· τη νύχτα ο άνθρωπος είναι δάσος'.