27/8/11

Ο Υπαρξισμός ως μια ψυχολογική κριτική της «αλλοτροίωσης»


Το παρακάτω άρθρο είναι γραμμένο από την Γεωργία, μέλος της Ηρακλειώτικης Λέσχης Ανάγνωσης 'Φυλλομετρήματα', στην τελευταία συνάντηση της οποίας συζητήθηκε η όλη φιλοσοφία του Υπαρξισμού και ένας από τους κύριους αντιπροσώπους της, ο Albert Camus. Ευχαριστούμε πολύ την Γεωργία για την πρόταση της συζήτησης αυτής και τη συγγραφή του ακόλουθου διαφωτιστικού κειμένου. Για οποιαδήποτε διευκρίνηση ή επικοινωνία, η Γεωργία παραθέτει την διεύθυνση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της στο τέλος του κειμένου, όπου μπορούν να γραφούν και σχόλια. 

___________________________

            
     Πέρα από τις αντικειμενικές, επιστημονικές και τεχνολογικές, βεβαιότητες καθώς και τις επιβεβλημένες τακτικές που η πρώτη βιομηχανική επανάσταση προσπαθούσε να εγκαθιδρύσει στην  Ευρώπη τον 19ο αι. ορθώνεται το πνεύμα του Υπαρξισμού που προβάλλει τον υποκειμενισμό της ζωής για την κατανόηση και τη μετατροπή του κόσμου. Έτσι, οι υπαρξιστές φιλόσοφοι, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνονται  S.Kierkegaard -και σε μια πλατύτερη έννοια- ο F.Nietzsche, επιμένουν στον υποκεμενικό χαρακτήρα της ζωής δηλ. στις ανθρώπινες δοξασίες, σε καταστάσεις όπως η ελευθερία, η αυθεντικότητα, το παράλογο και σε συναισθήματα όπως ο πόνος, η αγωνία, η μεταμέλεια κ.α. 

   Κυρίως ο S.Kierkegaard (1813-1855), που θεωρείται ο ιστορικός γενάρχης των υπαρξιστών, καθώς και ο F.Nietzsche κριτικάρουν τις αντικειμενικές αλήθειες της επιστήμης και των μαθηματικών γιατί κατά την άποψη τους αυτές παραμένουν πολύ απόμακρες και αδυνατούν να συλλάβουν την υποκειμενική εμπειρία. Για τον λόγο αυτό , οι ίδιοι επικεντρώνονται στον αγώνα του ανθρώπου να οριοθετήσει την α-νόητη ζωή του με την άσκηση της ελεύθερης βούλησης στο πεδίο των αξιών και των δοξασιών. Με τον τρόπο αυτό ο άνθρωπος ανακτά την προσωπική του ταυτότητα και την ικανότητα να επιβάλλει τις επιλογές του για να αλλάξει τον κόσμο. 

   Αντιλαμβάνομαστε ότι ο Υπαρξισμός ωριμάζει στην φιλοσοφική σκέψη και αργότερα στην λογοτεχνική έκφραση με την πρόθεση μιας δυναμικής και δημιουργικής στάσης του ατόμου (individuality) απέναντι στον κόσμο που μπορεί να μεταβάλλει σύμφωνα με τις επιθυμίες και τις επιλογές του. Ενώ, αντίθετα, ο εξωτερικός κόσμος χαρακτηρίζεται από την μηχανική έκφραση ενός νοήματος που ελλείπεται δημιουργικότητας και συχνά παραμένει καταπιεστικός και ακατανόητος.

   Το κίνημα του Υπαρξισμού αναπτύσσει εμφανώς την πρώτη –κάπως αδέξια- κριτική της «αλλοτροιωμένης» προσωπικότητας  στην πρωτο-βιομηχανική εποχή σχεδόν παράλληλα με το συστηματικό έργο του Κ.Μarx. Αυτό δηλώνεται ιδιαίτερα στο έργο του G.Marcel (1889-1973) , δραματουργό και φιλόσοφο, ο οποίος διατυπώνει την έκφραση της «μεταφυσικής αλλοτροίωσης» ως συνθήκη του μοντέρνου ανθρώπου. Ειδικότερα, ο G.Marcel θεωρεί ότι ο άνθρωπος αναζητά την αρμονία που αποτελεί τον τελικό στόχο της μεταβλητής και αβέβαιης ζωής του. Για να πετύχει τον στόχο του, προτείνει ο Marcel, ο άνθρωπος πρέπει να καλλιεργήσει τον «δευτερογενή στοχασμό» που χαρακτηρίζεται απο την «διαλογική» (σε αντίθεση με τη «διαλεκτική») σχέση του ατόμου με το περιβάλλον και τους άλλους ανθρώπους ,μια στάση που συνοδεύεται απο την κατάσταση της απορίας και της έκπληξης ως βασική φιλοσοφική και ερευνητική διάθεση. Για τον Marcel το ενέργημα της φιλοσοφίας ήταν πράγματι μια συγκεκριμένη δραστηριότητα που επιτρέπει στο αισθητηριακό υποκείμενο να ενσωματωθεί, μέσω της ανοιχτής «διαλογικής» σχέσης, στον κόσμο. Αντίθετα ο γάλλος στοχαστής απορρίπτει τον «πρωτογενή στοχασμό» που χαρακτηρίζεται απο τις πληροφορίες που περιέχονται στη επιστημονική και τεχνολογική γνώση εφόσον θεωρούνται ασυμβίβαστες και δυναστικές στην ανθρώπινη φύση.

  Αργότερα, κατά τη περίοδο που ξεκινά με τον 2ου Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Υπαρξισμός αποκτά πλέον την συμπαγή και αδιαφιλονίκητη μορφή του στα έργα των Μ. Heidegger, J-P. Sartre και Α.Camus.Oι προαναφερόμενοι παρουσιάζουν συγκλίσεις και αποκλίσεις στα έργα τους όσον αφορά την ενασχόληση τους με τη φιλοσοφική θεώρηση της ύπαρξης. Ο Α.Camus συνδιάζει την έννοια της αλλοτροίωσης με την αίσθηση του παράλογου σε ένα κόσμο επιβεβλημένων αξιών και νόμων. Στον Μύθο του Σίσυφου (1942) ο Camus ανατρέχει στον μύθο του τιμωρημένου θνητού για την εξέγερση του ενάντια στον θεϊκό νόμο.Στο κείμενο αυτό το παράλογο εμφανίζεται σαν μια κατάσταση αλλοτρίωσης του ατόμου σε ένα κόσμο που υπάγεται τον επιβεβλημένο θεϊκό νόμο και αργότερα σαν τη πράξη εξέγερσης του ανθρώπου ενάντια στον αρχικό επιβεβλημένο παραλογισμό. Καταλήγει, συνεπώς, ώστε το παράλογο να αποτελεί τη μόνη δικαιολογημένη πράξη εξέγερσης του ανθρώπου ενάντια σε νόμους που επίσης έχουν θεσπιστεί και επιβληθεί με παρόμοιο τρόπο και αποτελούν την αιτία της αλλοτροίωσης του στον κόσμο. 

     Επανέρχεται κατά συνέπεια για τους εκπρόσωπους του Υπαρξισμού η κριτική της αλλοτρίωσης στην οποία αποδίδουν τα ψυχολογικά κριτήρια του ατόμου εντός της πρωτο-βιομηχανικής κοινωνίας και ενάντια στα στεγανά της αβέβαιης επιστημονικής και τεχνολογικής γνώσης που συμβαδίζει με την βιομηχανική εξέλιξη. Σε αντίθεση λοιπόν, με την κατάσταση της αλλοτρίωσης ο Υπαρξισμός προτείνει την δημιουργική βούληση του ατόμου που δύναται να μετατρέψει μέσω της ενεργής του συμμετοχής στο περιβάλλον και στις κοινωνικές συνθήκες –ή όπως προτείνει ο Camus μέσω της δικής του αναγκαίας εξέγερσης- τη ζωή του και τον κόσμο σε πεδίο αληθινών αξιών και αυθεντικής ταυτότητας .                                                                      
 Giorgia Itaca , 
e-mail : giorgiaphil@gmail.com

12/8/11

Albert Camus: Ο μύθος του Σίσυφου

Α. Camus – Ο μύθος του Σίσυφου – http://www.projethomere.com

Η τέχνη του ζην στον Δημόκριτο και στον Επίκουρο

Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι επικεντρώνονται στη μελέτη της δομής και τρόπο δημιουργίας του κόσμου. Η ενασχόληση τους δε σχετίζεται με την ηθική διαγωγή του ανθρώπου μέσα σε μια κοινωνική ομάδα, αλλά με την άρση των δεισιδαιμονιών και των προκαταλήψεων που είχαν καλλιεργήσει οι μύθοι. Ένας μύθος δεν ανταποκρίνεται μόνο σε προβληματισμούς κοσμολογικής ή θεολογικής φύσεως, αλλά και ηθικής.

Ο μύθος κλονίζεται ήδη από τον 6ο αιώνα π. Χ. και δίνει πρωτοκαθεδρία του στο Λόγο. Οι δεισιδαιμονίες κι ο μυστικισμός επισκιάζονται από το Λόγο, και αφού δίνονται ικανοποιητικές απαντήσεις για την υφή και τη δομή του κόσμου, ώστε οι φόβοι να υποχωρήσουν, είναι επιτέλους το έδαφος πρόσφορο να αναπτυχθεί η ηθική ως ιδιαίτερος τομέας της φιλοσοφίας, με αποτέλεσμα να τεθούν προς συζήτηση οι εξής προβληματισμοί, δηλαδή το τί καθορίζει την ηθική συμπεριφορά του ατόμου, ποια είναι η σωστή διαπαιδαγώγηση των πολιτών, ποιο πολίτευμα είναι προτιμότερο, ποια είναι η σημασία των νόμων κατά τη διάρκεια του 5ου αιώνα π. Χ(Κάλφας Β.& Ζωγραφίδης Γ. 2006:87) .

Σταδιακά από το πολιτικοκοινωνικό πλαίσιο στο οποίο καλλιεργείται η φιλοσοφία, δηλαδή τον ιωνικό κόσμο, μεταφέρεται στο επίκεντρο του ελλαδικού χώρου, στην Αθήνα με τον Αναξαγόρα. Συγχρόνως αναπτύσσεται και το πολίτευμα της δημοκρατίας. Το κάθε άτομο είναι πια μέλος μίας ευρύτερης κοινωνικής ομάδας με ηθική υποχρέωση να συμμετέχει ενεργά στο πολιτικοκοινωνικό γίγνεσθαι και να λαμβάνει αποφάσεις για ζητήματα, τα οποία τον απασχολούσαν άμεσα στην καθημερινότητα του. Ο Σωκράτης είναι ο πρώτος Αθηναίος πολίτης, ο οποίος στρέφεται προς τη φροντίδα του εαυτού και θέτει τα πρώτα θεμέλια της ηθικής, η οποία υπακούει στο Λόγο, μέσα από τις συζητήσεις του με τους Σοφιστές.

Σύμφωνα με τους Σοφιστές, οι κάθε λογής αξίες, οι οποίες απαρτίζουν μία ηθική, είναι σχετικές, αφού απορρέουν από την κοινωνική ζωή, και όχι από τη φύση. Ο Σωκράτης ισχυρίζεται ότι η αρετή είναι γνώση και μπορεί να διδαχθεί, και ένας άνθρωπος θα μπορούσε να βλάψει έναν συνάνθρωπό του μόνο από άγνοια. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η άρση της σχετικότητας των ηθικών αξιών και καθιερώνεται ο Λόγος ως κριτήριο αξιοπιστίας της γνώσης και θεμέλιο του ηθικού βίου(Παπανούτσος 1995:42-43) Ο πρώτος προσωκρατικός φιλόσοφος, ο οποίος συσχετίζει την κοσμολογία και τη θεολογία με έναν ιδιαίτερο τρόπο ζωής ήταν ο Πυθαγόρας. Ωστόσο, τα μυστικιστικά και μη ορθολογικά στοιχεία, δεν έχουν παραλειφθεί από τον τρόπο σκέψης και ζωής του σοφού θρησκευτικού ηγέτη και της αυστηρώς ιεραρχημένης ομάδας του.

Ο Δημόκριτος, αν και συγκαταλέγεται στους προσωκρατικούς φιλοσόφους, είναι σύγχρονος του Σωκράτη, και παραδίδει στους μεταγενέστερους φιλοσόφους έκτος από μία ολοκληρωμένη θεωρία για τη δομή και τη δημιουργία του κόσμου, τα γνωμικά του για τη διαγωγή του καλύτερου δυνατού και υποφερτού βίου. Σύμφωνα με το Δημόκριτο, η ψυχική γαλήνη αποτελεί τον απώτερο σκοπό κάθε δραστηριότητας του ανθρώπου. Για να επιτευχθεί η ψυχική γαλήνη, ο άνθρωπος δεν πρέπει ούτε να είναι πολυάσχολος ούτε να επιδιώκει όσα υπερβαίνουν τις δυνατότητες του.Η ψυχική γαλήνη διαταράσσεται όταν δεν ζούμε σύμφωνα με μέτρο και ισορροπία. Η στέρηση και η υπεραφθονία πνευματικών και σωματικών αγαθών προκαλούν έντονες κινήσεις στη ψυχή με αποτέλεσμα οι ψυχές να μην χαρακτηρίζονται από ευστάθεια και γαλήνη.

Η ευτυχία και η δυστυχία αποτελούν ιδιότητες της ψυχής. Η ευτυχία μπορεί να επιτευχθεί μόνο όταν επικρατεί γαλήνη στη ψυχή και διάγουμε μια αρμονική ζωή, η οποία θα χαρακτηρίζεται από αρετή, φρόνηση και σωφροσύνη. Η δυστυχία πηγάζει από την ένταση της ψυχής, η οποία προκαλείται από φθόνο, πλεονεξία και ματαιοδοξία. Δηλαδή όταν επιδιώκουμε την απόκτηση πνευματικών και υλικών αγαθών χωρίς να έχουμε τη δυνατότητα να τα οικειοποιηθούμε, προκαλείται δυσαρμονία στη ψυχή, αλλά και δυσάρεστα συναισθήματα. Ο Δημόκριτος υποστηρίζει ότι εάν δεν επιθυμούμε πολλά αγαθά τότε μόνο θα μπορούμε να εκτιμήσουμε ό,τι έχουμε ήδη αποκτήσει με κόπο και να ζήσουμε αυτάρκεις.

Εξάλλου, σύμφωνα με το συγκεκριμένο φιλόσοφο, η πλεονεξία μας οδηγεί να χάνουμε και ό,τι ήδη έχουμε αποκτήσει. Πρέπει να διάγουμε μια ευχάριστη και ενάρετη ζωή. Μπορούμε να γίνουμε ενάρετοι με τη συνεχή άσκηση και την επιμέλεια του εαυτού μας. Για το Δημόκριτο, η αρετή και η φιλαλήθεια συνταυτίζονται. Ο ενάρετος άνθρωπος δε φλυαρεί και παραμένει ο εαυτός του σε όλες τις περιστάσεις. Η εναρμόνιση βίου και βιοθεωρίας αποτελεί καίριο σημείο για την επίτευξη μιας ισορροπημένης ζωής. Εξάλλου, ο Δημόκριτος ισχυρίζεται ότι αξιοθαύμαστα πρέπει να είναι έργα και οι πράξεις της αρετής, και όχι τα λόγια. Η ορθή κρίση πρέπει να οδηγεί την πράξη μας ,γιατί μόνο τότε μπορούμε πράξουμε το ενάρετο, το οποίο πηγάζει από το Λόγο, με αποτέλεσμα να έχουμε κοινή αντίληψη γι' αυτό. Σύμφωνα με το Δημόκριτο, όπως και για τον Πλάτωνα, δικαιοσύνη είναι να πράττει κανείς αυτά για τα οποία είναι ταγμένος να πράττει.

Η ενάρετη πράξη πηγάζει από το Λόγο και και την εκτελούμε ανεξάρτητα από τις συνθήκες, και όχι από το φόβο της τιμωρίας σε περίπτωση είτε μη εκτέλεσης της είτε εκτέλεσης μίας άδικης πράξης. Μόνο όταν πράττουμε κατά αυτόν τον τρόπο η ζωή μας χαρακτηρίζεται από ψυχική γαλήνη, δικαιοσύνη και θάρρος. Γιατί η καλοσύνη δεν φανερώνεται από το να μην μπορούμε να προκαλέσουμε προβλήματα στον άλλον, αλλά και να μην το θέλουμε. Ο Δημόκριτος υποστηρίζει ότι πρέπει πάντα να υπερασπιζόμαστε τους αδικημένους και να αφανίζουμε με κάθε τρόπο όσους βλάπτουν είτε το συνάνθρωπο τους είτε το ευρύ κοινωνικό σύνολο, όπως οι ληστές και οι πειρατές. Η φιλία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή ενός ανθρώπου.

Σύμφωνα με το Δημόκριτο, δεν αξίζει να ζει όποιος δεν έχει έστω και έναν καλό φίλο, καθώς επίσης η φιλία έστω και ενός συνετού φίλου αξίζει περισσότερο από ό,τι η φιλία όλων όσων ζουν χωρίς φρόνηση. Επίσης, όποιος δεν μπορεί να αποκτήσει φίλους φανερώνει δύστροπο και ιδιότροπο χαρακτήρα. Ακόμα ο Δημόκριτος ισχυρίζεται ότι ένας φίλος δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί σε περίπτωση που χάσει την περιουσία του, γιατί κριτήριο δημιουργίας μιας φιλίας δεν αποτελεί η ικανοποίηση ενός προσωπικού συμφέροντος, αλλά ο ομοϊδεατισμός. Αντιθέτως, ο ενάρετος φίλος συμμετέχει στην ευτυχία μας, εάν τον καλέσουμε, αλλά σε δυσμενείς στιγμές συμπαραστέκεται με δική του πρωτοβουλία.

Το να μην μπορούμε να βοηθήσουμε το φίλο μας φανερώνει ότι έχουμε περιέλθει σε δύσκολη θέση, αλλά το να μη θέλουμε να του συμπαρασταθούμε δηλώνει στάση μνησικακίας. Ο ενάρετος φίλος είναι ευεργετεί αυθόρμητα χωρίς να αποσκοπεί σε ιδιοτελές συμφέρον του. Οι άνθρωποι χωρίς φρόνηση αποστρέφονται τη ζωή, θέλουν ωστόσο να ζουν, διότι φοβούνται το θάνατο, αγνοώντας ότι η ανθρώπινη φύση υπόκειται σε διάλυση μετά το θάνατο. Έτσι ζουν χωρίς να απολαμβάνουν τη ζωή τους αλλά δημιουργώντας μύθους για το θάνατο για να μπορέσουν να απαλύνουν τους φόβους του. Σύμφωνα με το Δημόκριτο ο κόσμος παραλληλίζεται με μία θεατρική σκηνή και η ζωή δεν αποτελεί παρά ένα πέρασμα από αυτήν, γι' αυτό θα πρέπει να χαιρόμαστε τη ζωή μας με όλες τις αισθήσεις μας όσο ζούμε, και όχι να να αλωνόμαστε σε παράλογους φόβους.

Κατά την περίοδο των ελληνιστικών χρόνων κυριάρχησαν φιλοσοφικά ρεύματα, των οποίων την απαρχή αποτελεί η διδασκαλία του Σωκράτη, ο οποίος προκαλεί το θαυμασμό στους νέους διανοούμενους πολλά χρόνια μετά το θάνατο του. Ήδη από τα πρώτα χρόνια των ελληνιστικών χρόνων, το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο της εποχής επηρεάζει καταλυτικά την την ιδιωτική ζωή των υπηκόων της αχανούς αυτοκρατορίας του Αλεξάνδρου. Η δημοκρατία καταλύεται και επικρατεί το πολίτευμα της μοναρχίας. Ο πολίτης της αθηναϊκής δημοκρατίας μετατρέπεται σε έναν απλό υπήκοο της αυτοκρατορίας, αποκλεισμένος από κάθε κέντρο λήψης αποφάσεων. Ο λαός αισθάνεται ανασφάλεια, απομόνωση και μελαγχολία με αποτέλεσμα να ιδρυθούν φιλοσοφικές σχολές για να απαλύνουν τη μελαγχολία του λαού, δίνοντας απαντήσεις σε πρακτικά καθημερινά προβλήματα και δίνοντας συμβουλές για έναν τρόπο ζωής που θα αποφέρει γαλήνη στη ψυχή.

 Οι φιλοσοφικές σχολές, οι οποίες κυριαρχούν εκείνη την περίοδο ήταν ο επικουρισμός και ο στωικισμός, αλλά σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν στη πνευματική ζωή ο σκεπτικισμός, η μέση και η νέα Ακαδημία, το Λύκειο, και ο κυνισμός. Ο Επίκουρος ήταν βαθιά επηρεασμένος όχι μόνο από το Σωκράτη, αλλά και από το Δημόκριτο, και αυτό φανερώνεται στο συνολικό του έργο . Σύμφωνα και με τον Επίκουρο, όπως και με το Δημόκριτο, η γαλήνη της ψυχής, την οποία ο πρώτος την αποκαλεί αταραξία, και η ευεξία του σώματος αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις για την επίτευξη μιας ευτυχούς και αρμονικής ζωής.

Ο Επίκουρος υποστηρίζει ότι όποιος επιτύχει τη ψυχική γαλήνη δεν προκαλεί προβλήματα ούτε στον εαυτό του ούτε στους άλλους. Για να επιτευχθεί η ψυχική γαλήνη θα πρέπει να αρκούμαστε σε ό,τι έχουμε για να μπορούμε όχι να περιοριζόμαστε στα λίγα, αλλά όταν μας υπολείπεται ένα πνευματικό ή υλικό αγαθό να μπορούμε να είμαστε αυτάρκεις χωρίς να μας προξενείται κανενός είδους δυσαρέσκεια. Εξάλλου, τα φυσικά και αναγκαία αγαθά μπορούμε να τα αποκτούμε εύκολα, αλλά το περιττό δύσκολα. Συγκεκριμένα, η ταραχή της ψυχής προκαλείται από την απόκτηση πλούτου, κάθε είδους εξουσίας και τιμών στη διαρκή προσπάθεια διατήρησης του, αφού είναι αγαθά που δύσκολα αποκτούνται και εύκολα χάνονται. Ο Επίκουρος υποστηρίζει ότι η ηδονή αποτελεί την αρχή και τον σκοπό μιας ζωής που κυριαρχείται από αταραξία και ευτυχία, διότι η ίδια η φύση μας την αποζητάει ώστε να επιλέγουμε ό,τι μας προκαλεί ευχαρίστηση και να αποφεύγουμε ό,τι μας προξενεί δυσαρέσκεια.

Η ηδονή αποτελεί το υπέρτατο αγαθό για τον άνθρωπο, ο οποίος αποφεύγει τον πόνο σαν το μεγαλύτερο κακό. Ο Επίκουρος διαχωρίζει τον πόνο σε σωματικό και ψυχικό. Ο σωματικός πόνος δεν παραμένει μόνιμα. Μπορεί να είναι οξύτατος, αλλά διαρκεί λίγο.(Επίκουρου Κύρια Δόξα 4) Ο ψυχικός πόνος αφορά όλα τα δυσάρεστα, τα οποία προκαλούνται σε κάθε χρονική στιγμή. Η ηδονή συνδέεται με τις επιθυμίες, τις οποίες ο Επίκουρος διαχωρίζει σε φυσικές και αναγκαίες, σε φυσικές αλλά μη αναγκαίες και τέλος σε μη φυσικές και μη αναγκαίες. Οι τελευταίες εκπορεύονται από κενές ιδέες, από μια ανθρώπινη τάση προς τη ματαιοδοξία και τη κενοδοξία.

Οι φυσικές και αναγκαίες επιθυμίες πραγματοποιούνται εύκολα, διότι η ίδια η φύση είναι αυτάρκης και μπορεί να μας προσφέρει όλα τα αγαθά εκείνα που μας είναι απαραίτητα. Δεν επιλέγουμε κάθε ηδονή αδιακρίτως, αλλά απορρίπτουμε τις ηδονές, οι οποίες προκαλούν δυσάρεστα αποτελέσματα, όπως οι αισθησιακές ηδονές, δηλαδή η ασωτία. Ο Επίκουρος ορίζει ως όριο της ηδονής, την εξάλειψη του πόνου(Επικ. Κύρια Δόξα 3). Η ηδονή κυριαρχεί, όταν απουσιάζει ο σωματικός πόνος και η λύπη από τη ψυχή. Ο φιλόσοφος προβαίνει σε άλλη μια σημαντική διάκριση τη σαρκική και την πνευματική. Η σαρκική ηδονή αλλάζει μορφές συνεχώς, δηλαδή πρέπει να ικανοποιούμε συνεχώς τις βιολογικές μας ανάγκες. Η πνευματική ηδονή πραγματοποιείται με τη βοήθεια της λογικής και την απαλλαγή από φόβους και προκαταλήψεις. Σκοπό πάντα της ικανοποίησης των ηδονών αποτελούν η αταραξία του σώματος και η απονία του σώματος, οι οποίες χαρακτηρίζονται ως στατικές ηδονές, διότι αφορούν σταθερές καταστάσεις της ψυχής.

Η χαρά και η ευφροσύνη θεωρούνται ως ενεργές ηδονές,δηλαδή χαρακτηρίζονται σε συνεχή κίνηση. Σύμφωνα με τον Επίκουρο, η δικαιοσύνη δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα κοινωνικό συμβόλαιο, η οποία υπαγορεύει οι άνθρωποι να μη βλάπτουν και να μη βλάπτονται. Το δίκαιο και το άδικο αποτελούν κοινωνικές συμβάσεις, δηλαδή ορίζονται από τον ευρύ κοινωνικό σύνολο, το οποίο συμφωνεί στο τι το ευεργετεί και τι τον βλάπτει. Επίσης, ο Επίκουρος ισχυρίζεται ό,τι μία αδικία καθαυτή δε βλάπτει απαραίτητα, αλλά ταράζει τη ψυχική γαλήνη του ατόμου που τη διαπράττει, αφού ζει με το φόβο της αποκάλυψης και της τιμωρίας του. Εξάλλου δεν είναι καθόλου εύκολο να διάγει μια αρμονική και μακάρια ζωή όποιος καταπατά τις συνθήκες της κοινής ειρήνης που επιβάλλει το κοινωνικό συμβόλαιο. Αντίθετα ο δίκαιος είναι ο πιο ατάραχος άνθρωπος.

 Η απόκτηση μίας αληθινής φιλίας αποτελεί προϋπόθεση ενός ευτυχισμένου βίου. Η σοφία και η φιλία αποκαλύπτουν την ανωτερότητα του πνεύματος ενός ανθρώπου, ο οποίος κατορθώνει να ζήσει μια συνετή και ευτυχή ζωή. Συγκεκριμένα, ο Επίκουρος πρεσβεύει ότι απ' όλα όσα προσφέρει η σοφία, το πιο σημαντικό είναι η φιλία. Μάλιστα η σοφία αποτελεί ένα θνητό αγαθό, αντίθετα η φιλία αθάνατο σύμφωνα με τον φιλόσοφο. Η φιλία από μόνη της αποτελεί μία αρετή, και ας το αρχικό της κίνητρο είναι η ωφέλεια. Ωστόσο ο φίλος δεν μπορεί να επιδιώκει συνεχώς οφέλη από μία φιλία, διότι με αυτόν τον τρόπο η φιλία βασίζεται αποκλειστικά στην ιδιοτέλεια και αποσκοπεί στην επίτευξη προσωπικού συμφέροντος. Από την άλλη βέβαια το όφελος πρέπει να συνδέεται με μέτρο με τη φιλία ώστε να τρέφεται η ελπίδα για τη διαχρονικότητα και την αυθεντικότητα μίας φιλίας. Η φιλία αποτελεί στην φιλοσοφία του Επίκουρου έναν τρόπο διαπαιδαγώγησης.

Ο Επίκουρος συχνά έγραφε επιστολές στους φίλους του είτε με παροτρύνσεις για μια ενάρετη και ατάραχη ζωή, όπως η επιστολή προς Μενοικέα, είτε σχετικά με τη διδασκαλία περί της αρχής και δομής του κόσμου, όπως η επιστολή προς Πυθοκλή. Στον Κήπο οι οπαδοί της διδασκαλίας του Επίκουρου, συνδέονταν με δεσμούς άρρηκτης φιλίας και βαθιάς συντροφικότητας. Τέλος, ο πυρήνας της διδασκαλίας του Επίκουρου επικεντρώνεται στην τετραφάρμακο, η οποία περιλαμβάνει γνωμικά, τα οποία εκφράζουν συνοπτικά τις κύριες θέσεις του φιλοσόφου με σκοπό να ακολουθήσουμε μια ατάραχη ζωή με όσο το δυνατόν λιγότερο πόνο. Συγκεκριμένα, η τετραφάρμακος αποτελείται από τις εξής προτάσεις:

α) Ο θεός δεν είναι επίφοβος. Ο θεός είναι ένα μακάριο και άφθαρτο ον, το οποίο ούτε αντιμετωπίζει προβλήματα ούτε τα προκαλεί στους ανθρώπους.(Επίκουρου Επιστολή προς Μενοικέα 123-124) Οι άνθρωποι συνηθίζουν να αποδίδουν στους θεούς χαρακτηριστικά ανθρωπομορφικά, διότι το διαφορετικό τους φαίνεται ξένο, εχθρικό και με αυτό τον τρόπο τους φαίνονται πιο οικείοι. Συγχρόνως, ο Επίκουρος απορρίπτει τη Θεία Πρόνοια των Στωικών, αλλά υπαγορεύει ότι οι θεοί δεν επεμβαίνουν στην εγκόσμια ζωή και με αυτό τον τρόπο νοηματοδοτεί την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου. Ο άνθρωπος μπορεί να αποφασίσει για τη ζωή του, να δράσει ανάλογα με τις πεποιθήσεις του και να επιλέγει ελύθερα τον τρόπο ζωής που θέλει να ακολουθήσει. Σύμφωνα με τον Επίκουρο, ο θάνατος σημαίνει στέρηση κάθε αίσθησης, αφού η ψυχή αποτελείται από μικρά σωματίδια, τα άτομα, τα οποία διαλύονται. Οπότε ο θάνατος δε σχετίζεται με τους ζωντανούς, αφού για αυτούς δεν υπάρχει, αλλά ούτε και με τους νεκρούς, αφού δεν υπάρχουν πια.(Επίκουρου Επιστολή προς Μενοικέα).

Οι πολλοί άνθρωποι είτε φοβούνται το θάνατο σαν καμιά συμφορά είτε τον επιδιώκουν για να λυτρωθούν από τις δυσκολίες της ζωής. Όμως ο σοφός ούτε αποστρέφεται τη ζωή ούτε φοβάται την ανυπαρξία, αλλά ζει όσο πιο ευχάριστα χωρίς να φοβάται το θάνατο. Προτιμάει, δηλαδή, να ζήσει όχι τη διαρκέστερη αλλά την ευτυχέστερη ζωή. Ο Επίκουρος απορρίπτει τη μεταθανάτια ζωή, αλλά και τη μετενσάρκωση και παρότρυνε τους ανθρώπους να μην αναβάλουν τίποτα για το μέλλον, γιατί στο τέλος θα χαθούν και θα αργοπεθαίνουν μες τις έγνοιες.

β) Ο θάνατος δεν προκαλεί ανησυχία.

γ) Το καλό αποκτάται εύκολα.

δ) Το κακό αντέχεται εύκολα.Όποιος ακολουθεί τα γνωμικά της τετραφαρμάκου, μπορεί να διάγει μία ζωή ατάραχη και με όσο το δυνατόν λιγότερο πόνο.

 Απόσπασμα από την πτυχιακή εργασία: Κοσμολογία, Θεολογία και Ηθική στο Δημόκριτο και τον Επίκουρο, επιβλέπουσα καθηγήτρια Συλβάνα Χρυσακοπούλου, Ρέθυμνο 2008

Γνωμικά Δημόκριτου:
 Ι. Ο κόσμος είναι ένα θέατρο και η ζωή ένα δράμα:έρχεσαι,βλέπεις και φέυγεις

ΙΙ.Το να αποκτάς χρήματα δεν είναι κακό, αλλά κάκιστο από όλα τα πράγματα είναι το να αποκτάς αυτά από αδικία)

 ΙΙΙ.Ο χειρότερος τρόπος για την ανατροφή των νέων είναι το να τους δίνονται όλες οι ευκολίες.

ΙV.Γιατί η ευκολία γεννά τις ηδονές και από αυτές προέρχεται κάθε κακοήθεια

 V.Ο δούλος των χρημάτων δεν μπορεί να είναι δίκαιος

VI. Η ευτυχία ή η δυστυχία των ανθρώπων δεν εξαρτώνται από την περιουσία ή το χρυσό που διαθέτει. Η ευτυχία ή η δυστυχία του βρίσκονται στην ψυχή του.

VII. Mου φαίνεται πως από κανένα δε θα αγαπηθεί αυτός που δεν αγαπά κανέναν VIII. Πολλοί , ενώ κάνουν τις αισχρότερες πράξεις , μιλούν με πολύ ωραίο τρόπο.

Γνωμικά Επίκουρου:

 I. Το πιο φοβερό από τα κακά, ο θάνατος, δεν είναι τίποτε για εμάς – στον βαθμό που όσο υπάρχουμε, δεν είναι παρών· κι όταν πάλι είναι παρών εκείνος, τότε δεν υπάρχουμε εμείς. Άρα ο θάνατος δεν υπάρχει ούτε για τους ζωντανούς ούτε για τους πεθαμένους – εφόσον για τους πρώτους δεν υπάρχει, ενώ οι άλλοι δεν υπάρχουν πια.

 II. Όριο του μεγέθους των ηδονών είναι η εξάλειψη κάθε πόνου. Όπου είναι παρούσα η ηδονή και για όσο διάστημα είναι παρούσα, δεν υπάρχει τίποτε που να προξενεί πόνο ή λύπη ή και τα δύο μαζί.

 III. Ο δίκαιος άνθρωπος έχει ηρεμία, ενώ ο άδικος είναι γεμάτος ταραχή.

 IV. Στον πόνο των φίλων συμπάσχουμε όχι θρηνώντας αλλά μεριμνώντας γι’ αυτούς.

 V. Φίλος δεν είναι ούτε εκείνος που διαρκώς επιζητεί το χρήσιμο ούτε εκείνος που ποτέ δεν το συνδυάζει με τη φιλία. Γιατί ο ένας, με πρόσχημα την ευεργεσία, εμπορεύεται το αντάλλαγμα, ενώ ο άλλος σκοτώνει την καλή ελπίδα για το μέλλον.

 VI. Η φτώχεια, αν υπολογιστεί με μέτρο τον σκοπό της φύσης, είναι μεγάλος πλούτος• ενώ ο πλούτος που δεν του έχουν τεθεί όρια είναι μεγάλη φτώχεια.

Βιβλιογραφία:

Δημόκριτος, Άπαντα 1, Κάκτος, Αθήνα, 1995 Δημόκριτος, Άπαντα 2, Κάκτος, Αθήνα, 1995

Επίκουρος, Κείμενα:Πηγές της επικούρειας φιλοσοφίας και της τέχνης του ζην, εισ. D.S. Hutchinson, επιμ. Γ. Αβραμίδης, Θεσσαλονίκη, Θύραθεν, 2000 Επίκουρος, Άπαντα, Κάκτος, 1994

Κάλφας Β. και Ζωγραφίδης Γ., Αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, ΙΝΣ, Θεσσαλονίκη, 2006 Festugiere A.J.,

O Eπίκουρος και οι Θεοί του, Θύραθεν, Θεσσαλονίκη, 1999

 Κirk G.S, Raven J.E., Schofield M., Oι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1998

 Κoen A., Άτομα-Ηδονή-Αρετή: Η φιλοσοφία του Επίκουρου, Θύραθεν, Θεσσαλονίκη, 2006

 Vegetti M., Iστορία της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, Τραυλός, Αθήνα, 2003

 Federico En. Και Mazziotti M., Οι Θεωρίες του Δημόκριτου του Αβδηρίτη, Διεθνές Δημοκρίτειο Ίδρυμα, Ξάνθη, 1982

Χρήσιμοι σύνδεσμοι:
 http://www.epicuros.gr/
 http://www.mousa.gr/html/dimokritos.html